Είσοδος και εισαγωγή:
Αυτή η ανάρτηση μόνο στα ελληνικά θα μπορούσε να γραφτεί. Και θα μπορούσα να γράφω δέκα βιβλία κι ακόμα να μην τα πω όλα. Αλλά εφόσον τα γράφω εδώ, στο μπλογκ, συνέχεια εδώ και δέκα χρόνια, σκόρπιες σκέψεις και συναισθήματα, σαφώς θα περιοριστεί το κείμενο στη Σύνοψη, στο Ζουμί, στο Διαταύτα που λένε.
Ίσως να έβαζα κάποια παλιότερα ποστς και θα τα είχα πει ήδη όλα. Αλλά είναι κάτι αυτό το ζήτημα με την ημερομηνία. Το Ιωβηλαίο σαν να λέμε. Η επέτειος. Ο γάμος σκατά, μέρα με τη μέρα, αλλά στην επέτειο πρέπει να κάνεις ότι ήταν ένα ωραίο παραμύθι με πρίγκηπα, άλογο ή άμαξα, ίσως κάνα γοβάκι, σίγουρα με μεγαλείο και τιμή.
Έτσι και στο ποστ, θα προσπαθήσω, θα φροντίσω, θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ (προϊδεάζω το κοινό για να με δει θετικά!) να ακολουθήσω την παράδοση της Φύσης, τη μακρά μετασυναπτική ενίσχυση και να αφήσω απ' έξω την άμεση επίδραση του θυμικού και την οξεία σύγκρουση των συναισθημάτων αλλά θα δώσω τη στεγνή ανασκόπηση της δεκαετίας, την απογυμνωμένη από τόνους και χρώματα, μια καθαρή ματιά στο ό,τι μου συνέβη (με βρήκε ή το βρήκα!!) από τις 25.06.2012 έως τώρα.
Θα προσπαθήσω, είπα!
Κυρίως μέρος:
Μια μικρή αναδρομή στο προ του 25.06 είναι απαραίτητη.
Έτσι όπως το ακούει (ή το διαβάζει κανείς) δεν είναι μεγάλο διάστημα. Δέκα χρονάκια δεν είναι δα και η αιωνιότητα!! Αλλά πάντα υπάρχει μια εξήγηση για το πώς καταλήγουν η για το πώς εξελίσσονται τα πράγματα. Πριν λοιπόν την 25.06 συνέβησαν πολλές ενδοοικογενειακές καταστάσεις, που πυροδότησαν το φευγιό. Δεν ήταν η πλέον οργανωμένη μετανάστευση, περισσότερο σαν άτακτη φυγή έμοιαζε. Υποθέτω θα ήταν άλλη η πορεία, αν μπορούσα να τα είχα καταφέρει να έρθω με μια μικρή ομάδα, την ομάδα μου, τα στηρίγματά μου. Αλλά έπρεπε μάλλον να φύγω μόνος. Κι αυτό καθόρισε πολλές αποφάσεις... εδώ, οι περισσότερες λάθος.
Άρα στοιχείο πρώτο: το λάθος ξεκινά μάλλον με την απόφαση να φύγω, έτσι όπως έφυγα. Νόμιζα έκανα την έξοδο του Μεσολογγίου. Με μια δύο βαλίτσες (ας είναι καλά το δάνειο της γιαγιάς!) και τα μυαλά στα κάγκελα, έριξα την πέτρα πίσω μου και έφτασα δια ασφάλτου και θαλάσσης στην αρχικώς φιλόξενη χώρα.
Όπως συνήθως συμβαίνει-και μένα συμβαίνει από τότε διαρκώς κι ανελλιπώς -στην αρχή όλα είναι μήνας του μέλιτος, τα βλέπεις ωραία και ιδανικά, μες στην καλή χαρά, βλέπεις μόνο τα θετικά,είσαι με τα ροζ γυαλιά και χαίρεσαι που ζεις αυτό το "διαφορετικό" . Κι όπως είχε και τότε πει ένας γνωστός "μη βιάζεσαι να χαρείς, δεν τους ξέρεις ακόμα αυτούς, δεν τους έχεις καταλάβει ή νοιώσει στο πετσί. Περίμενε μερικά χρόνια -πόσα είχε πει;πεντέξι;-και μετά πες πωπω τι ωραία είναι εδώ, όλα οργανωμένα, όλα ανθηρά!"
Και είχε δίκιο. Το είδα αυτό, το ένιωσα, δε θυμάμαι πότε, αλλά το κατάλαβα!
Αλλά ας μη βιαζόμαστε. Το ποστ θα τραβήξει ακόμα. Πίσω στο 2012. Πάρθηκε όπως πάρθηκε η απόφαση, ήρθα όπως ήρθα τέλος πάντων, κάπως σαν ορκισμένος Καμικάζι, και μπήκα στην αρένα.
Από το μηδέν. Από το μείον.
Κεφάλαιο 1: η δουλειά
Ξεκίνησα να δουλεύω πολύ, να στέλνω πολλά λεφτά πίσω σε αυτούς που θεωρούσα ακόμα οικογένεια μου, να προσπαθώ να μιλήσω, να προσπαθώ να ξαναγελάσω, να αισθανθώ στα 40 μου ότι έχω μια δεύτερη ευκαιρία, ότι μου δόθηκε μια χάρη, κάτι σαν άφεση, ότι θα μπορούσα να τα ξαναστήσω ίσως καλύτερα και πιο στέρεα αυτή τη φορά.
Μεγάλη απάτη, κολοσσιαία ψευδαίσθηση, που την πληρώνω και θα την πληρώνω μέχρι τέλους. Αυτό θα μπορούσε να είναι βέβαια κι ένας εναλλακτικός τίτλος, δίπλα στο "10 χρόνια Γερμανία". Ο Σαββόπουλος είχε κυκλοφορήσει τα 10 χρόνια κομμάτια, με το "Σαν τον Καραγκιόζη" μέσα. Εγώ θα έβαζα το "δε φταίει η Γερμανία, η φαντασία μου τα φταίει".
Όταν λοιπόν στους πρώτους μήνες και χρόνια με ρωτούσαν τι και πώς, έλεγα : "να, δεν είναι ότι ήμουν άνεργος, είχα καλή δουλειά, λεφτά, σπίτι, τα είχα ξαναβρεί και με τη μαμά και την αδελφή μου, η Γερμανία όμως μου έδωσε μια διέξοδο, μια προοπτική!".
Τέτοιες μαλακίες έλεγα! Και τις πίστευα! Κανονικά! Παραμυθιαστηκα γενικά και ειδικά. Κι όλα ξεκινούν από το πώς είσαι, πώς βλέπεις τον εαυτό σου στη δουλειά. Γιατί η δουλειά είναι που σε έφερε, δικέ μου, η δουλειά και τα λεφτά που αποκομίζει, αυτά είναι πρωτίστως ο ελκυστικός παράγοντας και μετά το γύρω γύρω. Ας το πιάσουμε από τη δουλειά! Ένα πηγαινελα από την αρχή μέχρι σήμερα. Μια εδώ, μια εκεί, εδώ βρωμάει, εκεί ξινιζει. Μια στα χειρουργεία, μια εντατική, όχι ήθελες και ασθενοφόρα, όχι ήθελες και ιδιωτικά ιατρεία/χειρουργεία. Μια ειδικός βοηθός, μια επιμελητής, μια ταχαμ διευθυντής. Ένα ο,τιναναι δηλαδή! Να λέμε του στραβού το δίκιο! Καθείς όμως είναι υπεύθυνος για τις αποφάσεις του και τις επιπτώσεις τους.
Έτσι κι έγινε, πορεύτηκα και περπάτησα σε πολλά ναρκοπέδια, σαν παιδάκι με άγνοια κινδύνου, από τη μια με την εγγενή "νταξ-μωρέ-θα την παλέψουμε" διάθεση, από την άλλη με τη ψευδαίσθηση των εχέγγυων λόγω κουλτούρας και "σίγουρης δουλειάς". Η δουλειά! Η δουλειά σε κρατάει, σε σηκώνει και σε τσακίζει, σου φουσκώνει τα μυαλά και στα ξεφουσκώνει, όταν δε θα αποδίδεις, όπως σου ζητείται. Σε ανταμείβει επειδή σε εξουθενώνει και σε κρατά ψιλοαιχμαλωτο επειδή σε ανταμείβει. Από την αρχή απέφυγα βέβαια οικονομικά ανοίγματα στη χώρα αυτή, τίποτα και κανένα δάνειο, καμία "επένδυση" , καμία βαρειά άγκυρα. Έτσι και αλλιώς, με το δικό μου ιστορικό φευγιού (βλέπε εδώ), τι θα μπορούσε να με αιχμαλωτίσει;;; Η δουλειά; Με τίποτα!! Αν και προσπάθησε πολύ, μου τα έφερε σχετικά κάτω από τη μύτη, όλους τους πειρασμούς, όλες τις δυνατότητες στο πανέρι, "κι αυτό, αν θες, και κείνο, και το άλλο!" Και κάπου τσίμπησα, αλλά μετά επειδή χτυπιόμουν σαν το ψάρι στο κορονοαγκίστρι του γενίτσαρου ψαρά, αποφάσισα -λίγο αργά βέβαια-να κόψω μόνος μου το σκοινί κι όντας τραυματισμένο ψάρι να ξαναβουτήξω στο βρωμόνερο της μικρής λιμνούλας, που ζω εδώ και δέκα χρόνια.
Κι αφού μίλησα για αγκίστρια και ψαράκια, μάλλον να βάλω και την Υποσημείωση/ Υποκεφάλαιο: "Κόβιντ Εντατική σε μικρό χωριό στη Γερμανία"
Σκατά! Όλος ο κόσμος γύρισε ανάποδα κι εγώ βρήκα το μικρό πάτημα, εκείνο το μικρό σκαλοπατάκι, που θα με πήγαινε στη θέση που φανταζόμουν (που φαντασιωνόμουν ίσως;) ότι ήθελα κι άξιζα. Ξανά σκατά (στα μούτρα μου). Πήγα κι έμπλεξα με έναν από τους μεγαλύτερους νάρκισσους, μεγαλομανεις και ιδιαίτερης διανοητικής ικανότητας, αλλά και χειραγώγησης (τελικά αυτά πάνε μαζί!). Έγινα για κάνα δυο χρόνια, μια μαριονέτα, που νόμιζε ότι είχε αυτοδιάθεση. Πανδημία χωρίς το μαλακα, θα την άντεχα, μαλακα χωρίς την πανδημία επίσης (ίσως). Αλλά και τα δύο με έφεραν στα όρια.....διάβασε και παρακάτω.
Και γύρισα εγώ ανάποδα. Ναι, αν θέλω να βγάλω ένα συμπέρασμα στα δέκα χρόνια γιατρός εδώ, νομίζω θα ήταν-με όλη το διακριτικό και ιντελεκτουελ τρόπο και τη ραφιναρισμένη φύση, που με χαρακτηρίζει- "γαμηθηκα, ξεσκιστηκα, δεν το φχαριστήθηκα, έφτασα να θέλω να το παρατήσω, αλλά αφήνει η πουτανα το γαμησι; "
Υπερβολή, λες ε; Σώσαμε και βοηθήσαμε ανθρώπους λες ε; Βοήθησα όμως πραγματικά κανένα; Ρητορική ερώτηση. Ναι, εννοείται! Έγραψα κι ένα γράμμα στο συνδικάτο για τη σκατά οργάνωση των μικρών εντατικών στα χωριά, μόνο φρου φρου, χωρίς βάσεις και πόρους, αλλά φοβήθηκαν ότι αν το δημοσίευαν, θα καταλάβαιναν ποιος είμαι και θα μπορούσε αυτό να έχει επιπτώσεις στην επαγγελματική μου καριέρα.
Επίσης δεύτερο συμπέρασμα, εξίσου σημαντικό και πολιτικώς ορθό, με κρυφή ευγενική και καθωσπρέπει χροιά είναι ότι η Γερμανία είναι μια από μπρος παρθένα κι απο πίσω μπαίνουν τρένα. Έχει μια πολιτική εδώ και χρόνια, μια κοινωνική στάση και μια νοοτροπία, να λέμε στους άλλους τι δεν κάνουν σωστά,να τους δείχνουμε με το δάκτυλο τι να κάνουν, αλλά να μην κοιτάς ποτέ τα δικά σου σκατά, τη δική σου διαφθορά, τα δικά σου σκάνδαλα, τη δική σου ανικανότητα, τα δικά σου κενά. Αυτός που κάνει σπάνια αυτοκριτική κι ενδοσκόπηση, λέει σε σένα ότι χρειάζεσαι αυτοκριτική κι ενδοσκόπηση. Στη δουλειά και στις κοινωνίες, η Γερμανία είναι διχασμένη χώρα. Θέλει/έχει ανάγκη τους ξένους, δε γουστάρει τους ξένους. Θέλει να τους ενσωματώσει, δε θέλει να τους βάλει όμως και σε όλες τις δομές. Στα εστιατόρια και στα σκουπιδιαρικα, ναι, αλλά όχι και στα κέντρα αποφάσεων.
Αλλά ας μη το γυρίσω σε πολιτικό ποστ, δεν το θέλω. Δυστυχώς η απογοήτευση είναι εμφανής, που τρύπωσε κάτω από το δέρμα και δε βγαίνει πλέον. Η Γερμανία είναι μια χαρά χώρα, οι Γερμανοί είναι (και ήταν πάντα) ένα κλισέ, μια προβληματική πισίνα γονιδίων (gene Pool) ένα τεράστιο κύμα που ήρθε από το Βορρά πολλές χιλιετίες πριν, διαβρωσε ο,τι υπήρχε πριν κι ανέλαβε τα ηνία. Οι Φράγκοι, οι Άγγλοι, οι Σάξονες, οι Βουρβονοι, οι ουγενοτοι, οι Πρώσοι, οι Βαυαροί, οι Αψβουργοι ανέλαβαν από τους Γότθους ,Ουνους, και λοιπούς Βάρβαρους και κατέκτησε Ευρώπη, Βόρεια Αμερική κι Αυστραλία, κουμαντάρει και ελέγχει ο,τι μπορεί. Αμάν πια, θα πει κάποιος (η γυναίκα μου!) Για όλα πια φταίνε οι Γερμανοί;
Η σιωπή μου, προς απάντηση της.
Πάμε παρακάτω. Εκεί που την πάτησα, δεν ήταν μόνο στη δουλειά. Αλλά και στα κοινωνικά:
Ωπερ και κεφάλαιο 2: Κοινωνικά
Υποκεφάλαιο: παρέες, γνωστοί/γνωστές και "φίλοι"/"φίλες".
Δεν ήμουν ο τύπος που έκανα εύκολα παρέες, δεν ανήκα στους δημοφιλείς ποτέ, ήμουν πάντα ένα περίεργο τρένο. Γιατί να αλλάξω εδώ; Φιλίες των πέντε φεγγαριων και γνωριμίες της καλησπέρας/καλημερας. Πάντα εγώ έψαχνα, ποτέ δε μ'εψαχναν. Κι αφού εγώ κυνηγούσα την κοινωνικότητα, έτσι και χωρίς δισταγμό και δευτεροτριτη σκέψη, τις ανατιναζα, όταν διαπίστωνα την επιδερμικοτητα και το αρρωστημένο -φυσικα κατά τα δικά μου κριτήρια.
Άνω τελεία: Τα κριτήρια μου. Πολλοί με κατηγορούν για αυτά. Μου είπε κάποιος, δεν είσαι ούτε ήσουν ποτέ διπλωμάτης. Σωστό! Παραεισαι αυστηρός και κολλημένος σε old school αρχές. Ίσως! Και είσαι κι εύθικτος και κομπλεξαρισμενος, μέσα στα κλισέ σου. Όλα θυμίζουν λίγο τον Παντελή και το λιοντάρι. Κι ο τίγρης, που έχει πιο ξεκάθαρη γνωμη για τον κόσμο, σε αντίθεση με το λιοντάρι που είναι σκεπτικιστής και δίνει ελαφρυντικά σε όλους. Και φυσικά κι ο Παντελής, που απλά είναι ηλίθιος! Εγώ είμαι/έγινα τρία σε ένα. Άρα και τα κριτήρια, με τα οποία διαλέγω με ποιους θα είμαι και σε ποιους κύκλους θα τριγυρνώ και ποιους θα συναναστρέφομαι,ε είναι το ίδιο σχιζοφρενικα και ρυθμισμένα στην αρχή της τρέχουσας ανάγκης.
Με αυτά και μ'αυτά, βρεθήκαμε εγώ κι ο Κούκος, εεεε σόρρυ, εγώ κι ο Νίκος. "......ανοίγει μια καταπακτή και πέφτω πλάι στον Κύρκο. Κοιτούσε σάμπως για ταξί του λέω καλησπέρα, αλλά εμείς και μόνο εμείς ξεμείναμε εδώ πέρα......" Που λέει και το τραγούδι. Δέκα χρόνια, ένας φίλος. Πολλοί βέβαια γύρισαν και στην πατρίδα, ίσως αν είχαν μείνει, ....ποιος ξέρει;
Και οι Γερμανοί;;; Κάτι είπαμε παραπάνω, μάλλον πρέπει να ξαναγραφτεί κάτι ακομα. Χμμμ, ......οι Γερμανοί!!! Die Bio-Deutschen ή οι ντεμί; Οι γιαλαντζί ή ξινοί; Τίποτα! Μηδέν. Μηδέν από μηδέν ίσον μηδέν. Τις πταίει; Κι εμείς κι εσείς κι ο Χατζηπετρης. Ξέρω γω; Στο χαχαχουχου, όλοι καλοί, πλάκες και αστειακια. Στην επιφάνεια, ντανκε/μπιτε, στα Smalltalk και στις εξυπνάδες, όλοι κουλ. Στο παραπέρα όμως, Δεν! Μονογραφή στην κόλλα κι αύριο με τον κηδεμόνα σου. Τα γονίδια φταίνε! Το στραβό το κλίμα φταίει, η πτώση του Τείχους φταίει, η πολλή Bild φταίει, η βαθειά απαιδευσια τους με την υψηλή επιμόρφωση και οικονομική επιφάνεια φταίει, μια επίσης βαθιά αλαζονεία κι ένας λανθάνον ξενοφοβικος χεσμεντεν τρόπος ζωής και σκέψης. Το Γερμανό, τον Ούνο ή τον έχεις στα γόνατα του ή στο σβέρκο σου, είπε ο Τσώρτσιλ, το αρχιφασιστικό παλιοτόμαρο, αλλά είχε και δίκιο. Εμένα μου αρέσει βέβαια πιο πολύ ο ραφιναρισμένος ψόγος του Αντόρνο: "Ο Γερμανός είναι ο άνθρωπος, που δεν μπορεί να ξεστομίσει κανένα ψέμμα, αν πρώτα δεν πιστέψει βαθειά ο ίδιος σε αυτό".
Προσπάθησα πολύ πάντως, ομολογουμένως. Προσπάθησα να τους δω από κάθε οπτική γωνία, αυτή του παρελθόντος και της Ιστορίας τους (προσωπικής και ευρύτερης , της συλλογικής μνήμης, που λένε), αυτή του μεταβαλλόμενου παρόντος και των τωρινών τραυματισμένων απογόνων αλλά και των μελλοντικών γενιών Υ και Ζ και Ζ+. Όλα μου έδειξαν ότι αυτός ο λαός και όλοι που προέρχονται από αυτούς (καθότι ως γνωστόν, όλοι από τα Γερμανικά φύλα έχουν ξεπηδήσει, ....αλλά αυτό το ξαναπα λίγο πιο πάνω, έτσι; Κοίτα κόλλημα!) δύσκολα μπορείς να το συμπαθήσεις, κάτι έχει, κάτι έχουν όλοι δηλαδη μέσα τους (πάγο, αγνό κι ατόφιο πάγο, καθαρό μεν, μείον 10 δε) που δεν αγαπιούνται, έτσι αυθόρμητα και χωρίς δισταγμό. Η διαδικασία της ενσωμάτωσης ή κι αφομοίωσης δεν περνάει καθόλου από το θυμικο, παρά μόνο από το λογικό και ρασιοναλιστικό. Μόνο δια της βαθείας σκέψης και ανάλυσης, μπορείς να δεχτείς και να "καταπιεις" αυτό που ως κλισέ αποκαλούμε γερμανικό τρόπο σκέψης και ζωής. Από τον τελευταίο ακροδεξιό Ανατολικογερμανο ψηφοφόρο του AfD μέχρι τον καθηγητή και σπουδαγμένο SPDler με την Πόρσε παρκαρισμένη δίπλα στους έξι κάδους απορριμμάτων στο ένα από τα τρία γκαράζ (είναι αυτοί οι αριστεροί με τη δεξιά τσέπη, που λέγαμε στην Ελλάδα και έγιναν και κυβέρνηση), κι από τον τελευταίο χιπστερ οικολογο με ευαισθησίες για τα τεκταινόμενα στο Χόνγκ Κονγκ αλλά μόλις δει μουστάκι στο δρόμο του, γυρίζει αλλού το βλέμμα, μην τυχόν και το χαιρετήσει, μέχρι την τελευταία MILf που βλέπεις στα Kitas, και καλά χειραφετημένη και μοντέρνα καριεριστρια, που ξέχασε τη θηλυκότητα της, όπως και το μητρικό της φίλτρο, κάπου στο δρόμο για την αναγνώριση και την αποδοχή από τον κάθε μαλακα συνάδελφο, που θα την ειρωνευτεί για το PMS της.
Τα έχει γράψει φυσικά καλύτερα κι ο Καμύ στο "Γράμμα σε ένα φίλο Γερμανό". Όχι φυσικά για MILFs, χιπστερ και PMS , αλλά αυτά θα εννοούσε. Παρεπιπτόντως αυτό το βιβλίο μου το έστειλε κατά τη διάρκεια ο aris1, παλιός μπουκροσογνωστός.
Κι ενώ, και δυσκολοκατάπιωτοι και δυσκολοχώνευτοι (μέχρι τελείως αχώνευτοι) είναι, τι έκανα εγώ ο μέγιστος των μέγιστων μαλακαντρέων;;;;; Ναι σωστά μαντεψατε! Έφτιαξα έξτρα δύο παρόμοιους και έβαλα τρεις από δαυτους σε ένα σπίτι! Το ονόμασα δεύτερη ευκαιρία, δεύτερη οικογένεια. Και να μην ξεχάσουμε φυσικά σκυλιά και γατιά. Χωρίς αυτά δεν μπορεί ο Γερμανός! Πρέπει να διατάζει ένα κάποιο ζώο κι αυτό να χαίρεται. Εντάξει, σ'αυτό δεν είναι μόνος, είναι πολλοί, ίδιας κατηγορίας.
Κάπου στο τέλος της αρχής της παραμονής μου εδώ, έγινα από ένα, ....και τρία και τέσσερα παιδιά, κι ένας σκύλος, άλλος σκύλος, ξανά άλλος σκύλος, δύο γάτες, μετά μια άλλη γάτα, ψόφησε και μετά ακόμα μια γάτα. Τα παιδιά μείναν ίδια στον αριθμό, δε μεταβλήθηκε η σύσταση.
Κι άρχισε η αρχή του τέλους.
Γλιστρήσαμε στο Υποκεφάλαιο Έρως και Παπάρια, χωρίς να το πολυκαταλάβουμε. Ούτε κι εγώ δηλαδή δεν το πολυκαταλαβα, πώς γλίστρησα. Και τώρα, αν με ρωτάς, πάλι θα σου πω, σαν το Πασχάλη, ίσως να ήταν στιγμιαίο λάθος. Που κρατά εδώ κι εφτά/οχτώ χρόνια. Τη φράση τίτλο του Υποκεφαλαιου την πρωτοείπε η Πόλυ, παλιά συγκοιμωμενη τα παλιά χρόνια, όταν της μίλησα για ... Αγάπες. "Αγάπες και Παπάρια" μου ανταποκρίνεται. Πώς λέμε "αγάπες και ρομάντζα"; Πώς λέμε "αγάπες και λουλούδια'; Έτσι λοιπόν, με βρήκαν κι εμένα οι αγάπες, αρχικά και κατόπιν οι πούτσες και τα παπαρια. Και φάγαμε, καλοί αναγνώστες, μια πουτσα, από δω έως το Άουγκσμπουργκ. Στην αρχή που την τρως, ......... ώπα! Γίνομαι χυδαίος και σεξιστης και ομοφοβικός και, και, και ........και δεν το κατάλαβα;;;;;
Πίσω. Βρήκαμε, εγώ δηλαδή, βρήκα πολλές δυσκολίες, μπλεγμένες με πολυπλοκοτητες και παρεξηγήσεις κι ολίγες από παθολογικές καταστάσεις, που μια τις λέμε οργανικές, μια λειτουργικές. Και τα δύο είναι χέσε μέσα! Συγνώμη, να διαγραφεί κι αυτό από τα πρακτικά. Είναι πολύ δύσκολο μέσα στην κρίση της μέσης ηλικίας, με δύο μωρά και μια υπερφορτωμενη/ξαγρυπνημενη και ανήμπορη/χωρίς δυνατότητες και χωρίς αυτοκριτική μητέρα/σύζυγο, χωρίς βοήθεια είτε σε τοπικό είτε σε κοινωνικό είτε σε ευρύτερο οικογενειακό επίπεδο, με το ήδη υπάρχον στρες στη δουλειά, επιπρόσθετα ένα διευθυντιλίκι, εν μέσω πανδημίας και απομόνωσης από όλους, ........τι; Να πω κι άλλα;; Πιο κλισέ από αυτό της "τέλειας καταιγίδας" δεν υπάρχει!!!
Εδώ νορμάλ είναι η κατάσταση κάποιων, στην πατρίδα τους, με ανθρώπους γύρω τους και συμβαίνει το ένα πέμπτο από αυτά και σαλτέρνουν. Σκέψου τώρα εσύ! Έτσι λοιπόν, έφτασε η αποφράδα ημέρα που άνοιξαν οι ουρανοί, ή καλύτερα άνοιξαν τα εντόσθια της γης και ξεπήδησαν όλοι οι δαίμονες και οι βεελζεβούληδες, για να κάνουν πάρτυ στο κεφάλι μου. Κι όχι μόνο στο δικό μου.
Τέλος πάντων, αυτό το ζήτημα, η μέρα που ξέσπασε η καταιγίδα και γίναμε όλοι μούσκεμα, με αντικειμενικούς όρους, δεν είναι ούτε για να γράφεται ούτε για να λέγεται ούτε για πλάκα ούτε για αστείο προσφέρεται ούτε για δράμα ούτε για κωμωδία. Το αφήνουμε απλά ως μια μαύρη τρύπα στη μνήμη, ένα κενό μνήμης, μια αφασική στιγμή, που καθόρισε όμως το επέκεινα, στην αρχαιοπρεπή κι ουχί στη μεταφορική του ερμηνεία.
Ώπα, πιάνουμε φινάλε; Για μια στιγμή πίστευα ότι όντως θα γράφω μέχρι να έρθει ο Σεπτέμβρης.....κι επίσης πίστευα ότι θα έγραφα κάπως χρονολογικά, 2012-2015,2015-2017 κτλ κτλ Αλλά δε βγήκε, τι να κάνουμε; Ας κάνουμε όμως την προετοιμασία για την επόμενη σαιζόν, κάτι σαν teaser για το post-2022.
Κεφάλαιο 3: "τι κάνουμε τώρα μάγκα;"
Όχι πολλά! Ό,τι κάναμε, (σκατά τα) κάναμε!! Τώρα κοιτάμε κι αγναντεύουμε. Πασούλες. Καθυστερήσεις. Να σπάσουμε τα νεύρα των αντιπάλων, χωρίς να μας σπάσουν τα δικά μας. Σαφώς υπάρχει ο κίνδυνος της αλλαγής. Κι άμα σε βγάλουν στο 80', πας κατευθείαν για μπάνιο στα αποδυτήρια, ούτως ώστε κι αν κλάψεις, να μη σε δει κανένας. Βέβαια ο βετεράνος κανονικά στην έξοδο λαμβάνει χειροκρότημα, ίσως και standing Ovation. Ειλικρινά δεν έχω τέτοιες φιλοδοξίες. Να κάνουμε μια χειραψία με τον προπονητή και κάνα κωλοδάχτυλο στην εξέδρα των αντιπάλων. Θα σφυρίξουν και θα γιουχαρουν, το ξέρω. Δε με νοιάζει
Θα βγούμε μετά στη γύρα, να βρούμε καμία ομαδουλα τρίτης εθνικής σε αναπτυσσόμενες χώρες, και θα λέω ιστορίες πανωλεθριάμβου από τα παρελθόντα έτη. Πάντα υπάρχει κάτι, πάντα και παντού βρίσκεται κάτι, ακόμα και για τύπους σαν και μένα. Που ήρθαν, είδαν κι αποτυχηνικησαν.
Επιμύθιο.
Μην έρθετε. Καθηστε στα αυγά σας, αν δεν είστε τελείως έτοιμοι για τη συγκεκριμένη διαδρομή. Η Γερμανία δεν είναι τουρισμός, δεν είναι φιλόξενος τόπος για τους κατά τόπους μετανάστες, οικονομικούς εμιγκρέδες και Γκασταρμπάϊτερ. Παλιά συμφωνούσα κι επαυξανα "Si fueris Romae, Romano vivito more". Το έκανα, πιο Ρωμαίο και πιο Γενίτσαρο από εμένα, ίσως να δυσκολευτειτε να βρείτε. Δεν πέτυχε. Γαμώ το χαρακτήρα μου και το φιλότιμο μου, δεν αλλάζει, ακομα και δέκα τηβεννους και πέντε μανδύες να ρίξεις επάνω του.
Λοιπόν, επαναλαμβάνω, μην έρθετε (στη Γερμανία, εννοώ! για αλλού, δεν μπορώ να μιλήσω!!)
Αλλά θα'ρθείτε! Σας ξέρω κι εσάς, τι μαλακες είστε! Εγώ πάντως τα δέκα χρόνια τα έκλεισα, αλλά δεν τα γιόρτασα, αν αυτό λέει κάτι. Πάμε στην επόμενη δεκαετία. Ολοταχώς . Με σύμμαχο την αποποινικοποίηση της χρήσης κάνναβης. Αν δε βγεί κι αυτό το πρότζεκτ, αλλού!
Εσείς πάντως να μην έρθετε.