Το βιβλίο το ευχαριστήθηκα, δε με απογοήτευσε.
Το καλύτερο σημείο του είναι η όλη φάση με τις Οδύσσειες των ανθρώπων. Οι παραλληλισμοί είναι ταιριαστοί, μου μίλησαν και με καθρέφτισαν. Θέλεις η δική μου κρίση μέσης ηλικίας, θέλεις η γραφή του Ισίδωρου με έκαναν να σκεφτώ, να ενδοσκοπηθώ, να κλάψω, να δω τη ζωή μου από την τρίτη οπτική, τη λογοτεχνική, την υπεράνω πεζότητας και μικρότητας.
Στο βιβλίο τώρα. Όλα γυρίζουν γύρω από ένα ταξίδι αντρών, φίλων από παιδιά, με δρόμους και πορείες άλλοτε κακοτράχαλες, άλλοτε παράδοξες. Οι άντρες που έχουν την περιπέτεια μέσα τους και σαν παιδιά, πάντα θα βρίσκουν ένα "σοβαρό" λόγο για να τις πραγματοποιούν. Ένας Μυκηναίος, ο Αγαμέμνονας της παρέας, η αρχηγική μορφή (πόσοι δεν αναζητήσαμε αυτόν τον αρχηγό στην πορεία μας, για κάποιους ήταν ο μεγάλος τους αδερφός, για άλλους αυτός που εκείνοι ορίσανε ως μεγάλο αδερφό) μαζεύει πλήρωμα, Μενέλαο, τον αδερφό, καναν πολυμήχανο, τον ήρωα και συγγραφέα Οδυσσέα και διάφορους ετοιμοπόλεμους και φυτιλιασμένους για (δι)έξοδο από την καθημερινότητα.
Παρατάνε όλοι κάτι, Πηνελόπες, Τηλέμαχους, γέρους στο σπίτι, νεκρά παιδιά στις μνήμες και ξεκινάνε για κάπου ......Κάπου μπροστά, αλλά κυρίως πίσω στο παρελθόν, τους φτάνει να βάλουν έναν απλό στόχο, να ξανακερδίσουν μια παλιά αγάπη, την Ελένη, που την έκλεψε ο προύχοντας Πάρης, με το καγιέν, αλλά δυστυχώς πολύ κακό για το τίποτα. Ο πρώτος που θα πατήσει στα εχθρικά εδάφη δε θα επιβιώσει.....Τυχαίο είναι που εγώ πήρα στο προηγούμενο συνέδριο το βραβείο Πρωτεσίλαος----να είσαι καλά a1pha ή karjim, δεν ξέρω ποιος το σκέφτηκε-----έτσι είπε ο μάγος, έτσι του έγραψε η μοίρα, ας είναι.
Η Ελένη (και γενικά οι Ελένες των ηπείρων) δεν γυρίζει, τους απογοητεύει. Είχαν κι ένα σχέδιο για έναν μαγικό τόπο, το μέρος του πρώτου έρωτα, του ξεπαρθενιάσματος, της πρώτης αντρίλας, παλιά Βαλχάλα, τα τελευταία χρόνια είναι ο τόπος της πενταήμερης. Το σχέδιο αυτό δεν έπιασε, προηγήθηκε ο θάνατος του (κάτι σαν του) Πάτροκλου. Η λύπη, το ταρακούνημα, η συνειδητοποίηση, η ελευθερία του να είσαι δέσμιος του νόστου.
Θα γυρίσουν πίσω. Όχι όμως κι ο Οδυσσέας. Αυτός έχει αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς με τα "ξένα". Θα βρει μια Καλυψώ, μια Ναυσικά, θα δοθεί, θα σκεφτεί, θα αναιρέσει. Το σύντομο πέρασμά του το ολοκληρώνει, βλέπει την επιστροφή, δεν μπορεί και δε θέλει να την αποφύγει. Τον περιμένουν, δεν τον ξέχασαν, ειδικά ο Τηλέμαχος που τον έχει ανάγκη, αυτός είναι η Ιθάκη του.
Στα βιβλία του Ζουργού, μου αρέσει πάντα που η ανατροπή, δεν μοιάζει και πολύ με ανατροπή, δεν είναι σα να σου έπεσε μια κεραμίδα στην κεφάλα. Είναι μια αλλαγή, ανθρώπινη και φυσική, ίσως όχι πάντα φυσιολογική (τι είναι φυσιολογικό στις ζωές μας;;;;), αλλά σε φέρνει με μια λογική σκέψη στην αποδοχή. Δεν πήγαν τελικά στη Ρόδο, οι άνθρωποι συνέχισαν τις ζωές τους, πήραν κομμάτια και συναρμολόγησαν κάτι σαν "υπόλοιπο", "έναντι". Ο Οδυσσέας όμως είχε μια μοίρα διαφορετική. Κι εδώ είναι που σαν Λύση, το βιβλίο γλυστράει από το θέμα της αντρικής φιλίας, της πλάκας και της ανεμελιάς του κρυμμένου παιδιού κι έρχεται σε μια περάτωση με την πατρότητα, το μυστικό της βιολογίας. Για τη μητρότητα πολλά ξέρουμε, πολλά γράφτηκαν, πολλά είδαν τα μάτια μας. Το μυστικό όμως στους πατεράδες είναι ακόμα κρυμμένο (Meinem Empfinden nach), τα αρσενικά στη φύση δεν έχουν πολλά-πολλά με ανατροφές, με χαιδέματα και κανακέματα. Φέρνουν το φαϊ, προστατεύουν, κυριαρχούν και τέλος. Μόνο τίποτα αυτοκρατορικοί πιγκουϊνοι χαλάνε την πιάτσα.
Εδώ ο Ισίδωρος (μου επιτρέπω τον ενικό, καταλαβαίνετε;;) γυρίζει, γυρίζει, δεν ολοκληρώνει, συνεχίζει να πλέει, απλά διάλεξε άλλες θάλασσες, απαραίτητες για τον καθέναν. Μια ζωή είναι μόνο, σου λέει, δεν είναι και το τέλος του Σύμπαντος. Η θάλασσα είναι πάντα το δυναμικό στοιχείο, ποτέ μα ποτέ δεν είναι η ίδια, εμείς θα την κοιτάμε κυρίως από έξω, έτσι επιλέξαμε (αλλιώς θα είχαμε λέπια). Μπαίνουμε όμως μέσα της, όπως και σε μια γυναίκα και τραβάμε ανηφόρες, κατηφόρες, ανυψωνόμαστε στις ηθικές (ή ανήθικες) νίκες μας ή κατρακυλάμε στα υπόγεια των διλημμάτων μας και στων ανομημάτων μας.
Παιδί κι άντρας, μεσήλικας και έμβρυο, κολυμπάει, μήτρα και θάλασσα, βιβλία και ζωή, τα ξένα και τα πάτρια.
Το διασκέδασα, με μια ψιλομαζοχιστική έννοια του όρου. Έτσι είμαστε εμείς οι άντρες, ζούμε για τις γυναίκες, (ακόμα κι αν αυτές είναι κάπου αλλού), αλλά τους συντρόφους είναι που έχουμε ανάγκη. Κοιτιόμαστε με τα αίματα στα πρόσωπά μας και αναγνωρίζουμε ο ένας τον άλλον, τα δώσαμε όλα και τα χάσαμε όλα ή κερδίσαμε τα πάντα, egal, το ταξίδι έχει κι άλλο, δε μας παίρνει να μυξοκλαίμε, πάρε σπαθί κι ασπίδα και συνέχισε.
Μπράβο ρε δικέ μου. Πάλι τα είπες σωστά, όπως μου αρέσει να τα ακούω. Δε μου χάιδεψες τα αυτιά όμως, μου έδωσες άλλη μια σφαλιάρα, από αυτές τις δικές σου, τις περίεργες, στο σβέρκο. Τώρα ξύπνησα πάλι, ξέφυγα από τις σειρήνες, καταλαβαίνω λίγο καλύτερα
...........................μέχρι τον επόμενο νήδυμο ύπνο μου
Το καλύτερο σημείο του είναι η όλη φάση με τις Οδύσσειες των ανθρώπων. Οι παραλληλισμοί είναι ταιριαστοί, μου μίλησαν και με καθρέφτισαν. Θέλεις η δική μου κρίση μέσης ηλικίας, θέλεις η γραφή του Ισίδωρου με έκαναν να σκεφτώ, να ενδοσκοπηθώ, να κλάψω, να δω τη ζωή μου από την τρίτη οπτική, τη λογοτεχνική, την υπεράνω πεζότητας και μικρότητας.
Στο βιβλίο τώρα. Όλα γυρίζουν γύρω από ένα ταξίδι αντρών, φίλων από παιδιά, με δρόμους και πορείες άλλοτε κακοτράχαλες, άλλοτε παράδοξες. Οι άντρες που έχουν την περιπέτεια μέσα τους και σαν παιδιά, πάντα θα βρίσκουν ένα "σοβαρό" λόγο για να τις πραγματοποιούν. Ένας Μυκηναίος, ο Αγαμέμνονας της παρέας, η αρχηγική μορφή (πόσοι δεν αναζητήσαμε αυτόν τον αρχηγό στην πορεία μας, για κάποιους ήταν ο μεγάλος τους αδερφός, για άλλους αυτός που εκείνοι ορίσανε ως μεγάλο αδερφό) μαζεύει πλήρωμα, Μενέλαο, τον αδερφό, καναν πολυμήχανο, τον ήρωα και συγγραφέα Οδυσσέα και διάφορους ετοιμοπόλεμους και φυτιλιασμένους για (δι)έξοδο από την καθημερινότητα.
Παρατάνε όλοι κάτι, Πηνελόπες, Τηλέμαχους, γέρους στο σπίτι, νεκρά παιδιά στις μνήμες και ξεκινάνε για κάπου ......Κάπου μπροστά, αλλά κυρίως πίσω στο παρελθόν, τους φτάνει να βάλουν έναν απλό στόχο, να ξανακερδίσουν μια παλιά αγάπη, την Ελένη, που την έκλεψε ο προύχοντας Πάρης, με το καγιέν, αλλά δυστυχώς πολύ κακό για το τίποτα. Ο πρώτος που θα πατήσει στα εχθρικά εδάφη δε θα επιβιώσει.....Τυχαίο είναι που εγώ πήρα στο προηγούμενο συνέδριο το βραβείο Πρωτεσίλαος----να είσαι καλά a1pha ή karjim, δεν ξέρω ποιος το σκέφτηκε-----έτσι είπε ο μάγος, έτσι του έγραψε η μοίρα, ας είναι.
Η Ελένη (και γενικά οι Ελένες των ηπείρων) δεν γυρίζει, τους απογοητεύει. Είχαν κι ένα σχέδιο για έναν μαγικό τόπο, το μέρος του πρώτου έρωτα, του ξεπαρθενιάσματος, της πρώτης αντρίλας, παλιά Βαλχάλα, τα τελευταία χρόνια είναι ο τόπος της πενταήμερης. Το σχέδιο αυτό δεν έπιασε, προηγήθηκε ο θάνατος του (κάτι σαν του) Πάτροκλου. Η λύπη, το ταρακούνημα, η συνειδητοποίηση, η ελευθερία του να είσαι δέσμιος του νόστου.
Θα γυρίσουν πίσω. Όχι όμως κι ο Οδυσσέας. Αυτός έχει αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς με τα "ξένα". Θα βρει μια Καλυψώ, μια Ναυσικά, θα δοθεί, θα σκεφτεί, θα αναιρέσει. Το σύντομο πέρασμά του το ολοκληρώνει, βλέπει την επιστροφή, δεν μπορεί και δε θέλει να την αποφύγει. Τον περιμένουν, δεν τον ξέχασαν, ειδικά ο Τηλέμαχος που τον έχει ανάγκη, αυτός είναι η Ιθάκη του.
Στα βιβλία του Ζουργού, μου αρέσει πάντα που η ανατροπή, δεν μοιάζει και πολύ με ανατροπή, δεν είναι σα να σου έπεσε μια κεραμίδα στην κεφάλα. Είναι μια αλλαγή, ανθρώπινη και φυσική, ίσως όχι πάντα φυσιολογική (τι είναι φυσιολογικό στις ζωές μας;;;;), αλλά σε φέρνει με μια λογική σκέψη στην αποδοχή. Δεν πήγαν τελικά στη Ρόδο, οι άνθρωποι συνέχισαν τις ζωές τους, πήραν κομμάτια και συναρμολόγησαν κάτι σαν "υπόλοιπο", "έναντι". Ο Οδυσσέας όμως είχε μια μοίρα διαφορετική. Κι εδώ είναι που σαν Λύση, το βιβλίο γλυστράει από το θέμα της αντρικής φιλίας, της πλάκας και της ανεμελιάς του κρυμμένου παιδιού κι έρχεται σε μια περάτωση με την πατρότητα, το μυστικό της βιολογίας. Για τη μητρότητα πολλά ξέρουμε, πολλά γράφτηκαν, πολλά είδαν τα μάτια μας. Το μυστικό όμως στους πατεράδες είναι ακόμα κρυμμένο (Meinem Empfinden nach), τα αρσενικά στη φύση δεν έχουν πολλά-πολλά με ανατροφές, με χαιδέματα και κανακέματα. Φέρνουν το φαϊ, προστατεύουν, κυριαρχούν και τέλος. Μόνο τίποτα αυτοκρατορικοί πιγκουϊνοι χαλάνε την πιάτσα.
Εδώ ο Ισίδωρος (μου επιτρέπω τον ενικό, καταλαβαίνετε;;) γυρίζει, γυρίζει, δεν ολοκληρώνει, συνεχίζει να πλέει, απλά διάλεξε άλλες θάλασσες, απαραίτητες για τον καθέναν. Μια ζωή είναι μόνο, σου λέει, δεν είναι και το τέλος του Σύμπαντος. Η θάλασσα είναι πάντα το δυναμικό στοιχείο, ποτέ μα ποτέ δεν είναι η ίδια, εμείς θα την κοιτάμε κυρίως από έξω, έτσι επιλέξαμε (αλλιώς θα είχαμε λέπια). Μπαίνουμε όμως μέσα της, όπως και σε μια γυναίκα και τραβάμε ανηφόρες, κατηφόρες, ανυψωνόμαστε στις ηθικές (ή ανήθικες) νίκες μας ή κατρακυλάμε στα υπόγεια των διλημμάτων μας και στων ανομημάτων μας.
Παιδί κι άντρας, μεσήλικας και έμβρυο, κολυμπάει, μήτρα και θάλασσα, βιβλία και ζωή, τα ξένα και τα πάτρια.
Το διασκέδασα, με μια ψιλομαζοχιστική έννοια του όρου. Έτσι είμαστε εμείς οι άντρες, ζούμε για τις γυναίκες, (ακόμα κι αν αυτές είναι κάπου αλλού), αλλά τους συντρόφους είναι που έχουμε ανάγκη. Κοιτιόμαστε με τα αίματα στα πρόσωπά μας και αναγνωρίζουμε ο ένας τον άλλον, τα δώσαμε όλα και τα χάσαμε όλα ή κερδίσαμε τα πάντα, egal, το ταξίδι έχει κι άλλο, δε μας παίρνει να μυξοκλαίμε, πάρε σπαθί κι ασπίδα και συνέχισε.
Μπράβο ρε δικέ μου. Πάλι τα είπες σωστά, όπως μου αρέσει να τα ακούω. Δε μου χάιδεψες τα αυτιά όμως, μου έδωσες άλλη μια σφαλιάρα, από αυτές τις δικές σου, τις περίεργες, στο σβέρκο. Τώρα ξύπνησα πάλι, ξέφυγα από τις σειρήνες, καταλαβαίνω λίγο καλύτερα
...........................μέχρι τον επόμενο νήδυμο ύπνο μου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου