Die große Macht hat das richtige Wort zur richtige Zeit. Είπε ο Hans-Christian Andersen και τράβηξε κατά το δάσος!
Και μια που ξεκίνησα με παραμυθάδες και παραμυθάκια, ας το προχωρήσω (παρόλο που δεν ήταν αυτή η αρχική μου σκέψη, απλά έτυχε!)
Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν σχέση με την πολιτική, όσο σχετίζεται ένα ψάρι με μια ταβανόβουρτσα. Υπάρχουν όμως εκείνοι οι άνθρωποι, που ως μικρά χρυσοψαράκια σε μια λιμνούλα, βλέπουν ξαφνικά μπροστά τους, να πέφτει σχεδόν στο κεφάλι τους, μια .....ταβανόβουρτσα! Εεε τότε αναγκαστικά, θέλοντας και μη, θα ασχοληθούν μαζί της. Θα την κοιτάξουν από δω, θα τη θαυμάσουν από κει, αλλά γενικά, δε θα καταλάβουν και πολλά πράγματα. Η ταβανόβουρτσα είναι πάντα εκεί, κι απ' ότι φαίνεται δεν είναι διατεθειμένη να φύγει, θα συνεχίζει να μολύνει το χώρο τους με την παρουσία της και τα ίχνη χρώματος που απέμειναν πάνω της. Το χρυσόψαρο πάλι με μνήμη 0,0067 ΚΒ, την ξεχνάει κάθε φορά και τη θυμάται όποτε σκοντάφτει πάνω της. "Μπαααα" σου λέει "τι είναι αυτό πάλι;;". Η ταβανόβουρτσα αδιάφορη, δεν πολυασχολείται με αυτό το χρυσόψαρο, αλλά ούτε και με κανένα άλλο ψαράκι γενικώς, έχει μεγάλες έγνοιες στο μυαλό της. Έλα μου όμως, που το ψάρακι, μια-δυο-τρεις, την τέταρτη σταματάει και άρχισε να παρατηρεί πράγματα. Π.χ. είδε ότι οι τρίχες της βούρτσας ήταν κίτρινες, σαν ξανθιά μαλλιά γυναίκας. Επίσης είδε το άκαμπτο σουλούπι της, που δεν είχε καμμιά ευλυγισία, καμμιά πλαστικότητα. Πήγε να το φάει, να το δαγκώσει κι έφαγε τα μούτρα του. "Τι ξυλάγκουρο είναι αυτό, παναγία μου", σκέφτηκε. Μετά, καθώς γύριζε, είδε κάτι γράμματα. "Gemacht in Deutchland". Δεν τα κατάλαβε. Να του μιλήσει, δεν μπορούσε. Προσπάθησε λίγο με τη γλώσσα του σώματος, αλλά φαίνεται ότι δεν έπιασε ούτε κι αυτό. "Ούτε οι χαριτωμενιές μου πιάνουν πλέον", είπε. Εκείνη όμως τη στιγμή ένα άσπρο χέρι, άσπρο σαν το χρώμα του νεκρού, άσπρο σαν το φως που σε τυφλώνει, μπήκε στη λιμνούλα και έβγαλε έξω τη ταβανόβουρτσα και φώναξε: "Να 'το το εργαλείο μου και το 'ψαχνα τόσο καιρό. Εδώ ήσουνα βρε;; Εδώ κρύφτηκες;; Τι γυρεύεις εσύ εδώ μέσα;;; Πώς μπήκες ανάμεσα σε πράγματα που δεν ταιριάζεις;;; Εσύ ανήκεις σε άλλη κατηγορία! Με τα ψαράκια και τα φύκια θέλεις να βρίσκεσαι;;;". Αυτός ήταν ο Σολομών ο ελαιο-χρηματιστής, παλιά ήταν ελαιοχρωματιστής, αλλά άλλαξε επάγγελμα, αρχές του εικοστού. Τώρα είναι αφεντικό και από δικά του λάθη, χάθηκε η γερμανικής καταγωγής βούρτσα του. Με τη βούρτσα αυτή, ο Σολομών μπορεί να βάψει τα πάντα. Μπορεί να κάνει το άσπρο μαύρο, το κόκκινο πιο κόκκινο, σαν αίμα. Μπορεί να βάψει και τα νερά. Κι έτσι κι έγινε. Όπως έβγαζε τη βούρτσα από τη λιμνούλα, το χρυσόψαρο παρακολουθούσε τα νερά να θολώνουν και δεν καταλάβαινε αν έφταιγε το χρώμα της βούρτσας ή το χέρι του Σολομώντα. Εννοείται ότι για αρκετό διάστημα, χάθηκε ο ήλιος, χάθηκε το οξυγόνο, οι ευπαθείς ομάδες ζώων πέθαναν όλες, κάποιες λίγο πιο ανθεκτικές χαροπάλευαν. Το χρυσόψαρο δεν μπόρεσε να αντέξει αυτή την ασφυξία. Και καθώς πέθαινε, σκεφτόταν : "Τι δουλειά είχα εγώ με ταβανόβουρτσες και ελαιοχρηματιστές;;". Αγνοώντας προφανώς ότι δεν ήταν το ψαράκι που βρέθηκε στα πόδια της βούρτσας και του μεγάλου αφεντικού της, αλλά ήταν η ταβανόβουρτσα που μπήκε στο ζωτικό της χώρο και τον έκανε χάλια. Αλλά ως χρυσόψαρο που ήταν, το είχε ξεχάσει και αυτό...............................
Και μια που ξεκίνησα με παραμυθάδες και παραμυθάκια, ας το προχωρήσω (παρόλο που δεν ήταν αυτή η αρχική μου σκέψη, απλά έτυχε!)
Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν σχέση με την πολιτική, όσο σχετίζεται ένα ψάρι με μια ταβανόβουρτσα. Υπάρχουν όμως εκείνοι οι άνθρωποι, που ως μικρά χρυσοψαράκια σε μια λιμνούλα, βλέπουν ξαφνικά μπροστά τους, να πέφτει σχεδόν στο κεφάλι τους, μια .....ταβανόβουρτσα! Εεε τότε αναγκαστικά, θέλοντας και μη, θα ασχοληθούν μαζί της. Θα την κοιτάξουν από δω, θα τη θαυμάσουν από κει, αλλά γενικά, δε θα καταλάβουν και πολλά πράγματα. Η ταβανόβουρτσα είναι πάντα εκεί, κι απ' ότι φαίνεται δεν είναι διατεθειμένη να φύγει, θα συνεχίζει να μολύνει το χώρο τους με την παρουσία της και τα ίχνη χρώματος που απέμειναν πάνω της. Το χρυσόψαρο πάλι με μνήμη 0,0067 ΚΒ, την ξεχνάει κάθε φορά και τη θυμάται όποτε σκοντάφτει πάνω της. "Μπαααα" σου λέει "τι είναι αυτό πάλι;;". Η ταβανόβουρτσα αδιάφορη, δεν πολυασχολείται με αυτό το χρυσόψαρο, αλλά ούτε και με κανένα άλλο ψαράκι γενικώς, έχει μεγάλες έγνοιες στο μυαλό της. Έλα μου όμως, που το ψάρακι, μια-δυο-τρεις, την τέταρτη σταματάει και άρχισε να παρατηρεί πράγματα. Π.χ. είδε ότι οι τρίχες της βούρτσας ήταν κίτρινες, σαν ξανθιά μαλλιά γυναίκας. Επίσης είδε το άκαμπτο σουλούπι της, που δεν είχε καμμιά ευλυγισία, καμμιά πλαστικότητα. Πήγε να το φάει, να το δαγκώσει κι έφαγε τα μούτρα του. "Τι ξυλάγκουρο είναι αυτό, παναγία μου", σκέφτηκε. Μετά, καθώς γύριζε, είδε κάτι γράμματα. "Gemacht in Deutchland". Δεν τα κατάλαβε. Να του μιλήσει, δεν μπορούσε. Προσπάθησε λίγο με τη γλώσσα του σώματος, αλλά φαίνεται ότι δεν έπιασε ούτε κι αυτό. "Ούτε οι χαριτωμενιές μου πιάνουν πλέον", είπε. Εκείνη όμως τη στιγμή ένα άσπρο χέρι, άσπρο σαν το χρώμα του νεκρού, άσπρο σαν το φως που σε τυφλώνει, μπήκε στη λιμνούλα και έβγαλε έξω τη ταβανόβουρτσα και φώναξε: "Να 'το το εργαλείο μου και το 'ψαχνα τόσο καιρό. Εδώ ήσουνα βρε;; Εδώ κρύφτηκες;; Τι γυρεύεις εσύ εδώ μέσα;;; Πώς μπήκες ανάμεσα σε πράγματα που δεν ταιριάζεις;;; Εσύ ανήκεις σε άλλη κατηγορία! Με τα ψαράκια και τα φύκια θέλεις να βρίσκεσαι;;;". Αυτός ήταν ο Σολομών ο ελαιο-χρηματιστής, παλιά ήταν ελαιοχρωματιστής, αλλά άλλαξε επάγγελμα, αρχές του εικοστού. Τώρα είναι αφεντικό και από δικά του λάθη, χάθηκε η γερμανικής καταγωγής βούρτσα του. Με τη βούρτσα αυτή, ο Σολομών μπορεί να βάψει τα πάντα. Μπορεί να κάνει το άσπρο μαύρο, το κόκκινο πιο κόκκινο, σαν αίμα. Μπορεί να βάψει και τα νερά. Κι έτσι κι έγινε. Όπως έβγαζε τη βούρτσα από τη λιμνούλα, το χρυσόψαρο παρακολουθούσε τα νερά να θολώνουν και δεν καταλάβαινε αν έφταιγε το χρώμα της βούρτσας ή το χέρι του Σολομώντα. Εννοείται ότι για αρκετό διάστημα, χάθηκε ο ήλιος, χάθηκε το οξυγόνο, οι ευπαθείς ομάδες ζώων πέθαναν όλες, κάποιες λίγο πιο ανθεκτικές χαροπάλευαν. Το χρυσόψαρο δεν μπόρεσε να αντέξει αυτή την ασφυξία. Και καθώς πέθαινε, σκεφτόταν : "Τι δουλειά είχα εγώ με ταβανόβουρτσες και ελαιοχρηματιστές;;". Αγνοώντας προφανώς ότι δεν ήταν το ψαράκι που βρέθηκε στα πόδια της βούρτσας και του μεγάλου αφεντικού της, αλλά ήταν η ταβανόβουρτσα που μπήκε στο ζωτικό της χώρο και τον έκανε χάλια. Αλλά ως χρυσόψαρο που ήταν, το είχε ξεχάσει και αυτό...............................
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου