Όχι, εντάξει, δεν θα γράψω στα αγγλικά. Το κομμάτι για το Σάκη με το μουστάκι, μόνο στα ελληνικά μπορεί να γραφτεί. Με λίγα αγγλικά , και γερμανικά. Λίγο Μάρκο, λίγο δολάριο.
Είχα στο μυαλό μου να διαβάσω το The Kingdom, Ihr Königreich, στα γερμανικά. Χωρίς να έχω ιδέα περί τίνος πρόκειται, αυτός ο κερατάς ο Νεσμπο, πάλι με έβγαλε εκτός παιδιάς.
Κι ενώ έχω γράψει σποραδικά εδώ κι εδώ κι εδώ για το Σάκη, το βιβλίο μου θύμισε πόσο δραστικές και δραματικές μπορεί να είναι οι σχέσεις πατέρα και γιου, χειρότερες από της μητέρας και γιού, πιο εχθρικές, με περισσότερο μίσος, Οιδίποδας και Λάϊος. Στίγμα. Σφραγίδα με κερί. Βέβαια στο βιβλίο γυρίζει κυρίως η πλοκή γύρω από τους δύο αδελφούς , αλλά ο πατέρας είναι (και δεν είναι) πάντα εκεί.
Που όπως λέει δηλαδή κι ο αστυνομικός της περιοχής: "
»Über Nacht wird man erwachsen«, sagte Kurt. »Weil man muss. Und mit einem Mal spürt man die Verantwortung, die der Vater hatte, während man selbst alles nur Erdenkliche getan hat, ihm Knüppel zwischen die Beine zu werfen. Wie man alle Ratschläge in den Wind geschlagen und nicht zugehört hat, wenn er etwas gesagt hat, und stattdessen alles daran gesetzt hat, nicht wie er zu werden. Vielleicht, weil man tief in sich drin weiß, dass man genau so werden würde. Ein Remake des eigenen Vaters. Wir alle drehen uns im Kreis. Der einzige Ort, an den es uns wirklich zieht, ist der, an dem alles los gegangen ist, Das ist bei allen so. Ich weiß, dass du dich für die Vögel oben im Gebirge interessierst. Carl hat Federn mit in die Schule gebracht, die du ihm geschenkt hast. Wir haben ihn damit aufgezogen.« Kurt lächelte, als weckte das süße Erinnerungen. »Denk doch nur mal an diese Vögel, Roy. Sie reisen weg, legen Wahnsinnsstrecken zurück. Ich weiß, dass das ziehen heißt. Aber kein einziges Mal kommen sie dabei an einen Ort, an dem nicht auch schon ihre Väter gewesen wären. Immer dieselben Lebensräume, immer dieselben Brutstätten, immer der gleiche Zeitpunkt. Frei wie ein Vogel? Vergiss es. Das bilden wir uns doch nur ein, weil wir es glauben wollen. Wir bewegen uns in den immer gleichen, verfickten Bahnen. Wir sind wie Vögel in einem Käfig, nur dass der Käfig so groß ist und die Gitterstäbe so dünn, dass wir sie nicht sehen.«
Κι έτσι ακριβώς όπως και στο βιβλίο, το ζουμί μπαίνει μετά τη μεγάλη εισαγωγή, έτσι και στο ποστ, έπρεπε να σκεφτώ πώς θα το φέρω, να μη φανεί ως πατροκτονία ούτε επικήδειος (αν κι εδώ που τα λέμε....)
Κανονικά λοιπόν το ποστ θα έπρεπε να λέγεται: "Δολλάρια, μάρκα, κάλτσες, προφυλακτικά, κανονισμός διαιτησίας "
Αλλά λόγω της ημέρας..... καταλαβαίνετε!
Δεν καταλαβαίνετε; Καλά κάνετε! Ασ'το ξαναπιασουμε σαν σε παραμύθι, γιατί... τέτοιοι είστε και παραμύθια θέλετε!
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα παιδάκι σε ένα χωριό. Ο πατέρας του ήταν πολυτεχνίτης, καταπιανόταν με πολλά πράγματα. Συμβατικός άνθρωπος, με πολλά πάθη, τραύματα κι απωθημένα. Αυτά ο μικρός γιος δεν τα ήξερε, αλλά τα ανακάλυπτε σιγά σιγά. Παραδείγματος χάριν μια μέρα ανακάλυψε, ψαχουλεύοντας στο συρτάρι δίπλα στο κρεβάτι των γονιών του διάφορα πράγματα, που δεν τα είχε στο άμεσο ενδιαφέρον του.
Καταρχήν ένα δύο μάτσα ξένα χαρτονομίσματα, μάρκα και δολάρια. Τον είχε ακούσει, δηλαδή, πολλές φορές να μιλάει για "συνάλλαγμα" και "σκληρό νόμισμα", αλλά θες η άγνοια θες η ηλικία δεν καταλάβαινε τη σημασία των λέξεων. Αργότερα φυσικά θα άκουγε για ανθρώπους που έκρυβαν τα λεφτά τους στα στρώματα και δεν τα πήγαιναν στην τράπεζα, από φόβο,από ανασφάλεια, το γνωστό "να έχεις κάτι στην άκρη, σε περίπτωση που...." Το οικονομικό ζήτημα και οι πεποιθήσεις του πατέρα όσον αφορά τα χρήματα δεν τον απασχόλησαν περαιτέρω .
Οι κάλτσες; Κλασικό ζήτημα, κλασικά χρώματα. Καφέ, μαύρες. Ούτε σχεδιάκια, ούτε γραμματακια, τίποτα. Απλές, λιτές κι απέριττες. Βαρετές. Αντανάκλαση του εσωτερικού κόσμου; Ψιλά γράμματα για τον πιτσιρικά.
Κάτι μπλε κουτάκια με μια γυμνή γυναίκα σε ψάθινη σεζλονγκ, με ανοιχτό ντεκολτέ, μακρύ κολιέ στο λαιμό, μισάνοιχτο στόμα και λάγνο βλέμμα ήταν μια αποκάλυψη για το μειρακιο. Πάνω έγραφε again. Πάλι; Ξανά; Τι ξανά; Ποιο ακριβώς ξανά; Η λέξη προφυλακτικό πρέπει να ήρθε αργότερα στη μνήμη ή στην εικόνα. 'Καπότα" ήταν η γνωστή ορολογία. Αργότερα που μεγάλωσε, έμαθε ότι προέρχεται από το λατινικό caput (κεφάλι), όπως και per capita/ανά κεφαλή, το κεφάλαιο/capital κτλ/etc.
Μια ήταν τα Again, μια τα Stop, φτηνά αντικείμενα, από το περίπτερο, μπέρδευαν στην ουσία το μικρό,που δεν έκανε τη σύνδεση, ή την πρόσθεση 1+1=2, το γνωστό νιάου νιάου. Κάποια στιγμή, όταν λίγο μεγάλωσε, πριν την εφηβεία πιθανόν, από απώθηση θα σκέφτηκε "ίσως να τα έχει για να πηγαίνει με άλλες γυναίκες, να αποφύγει αφροδίσια κι έτσι".
Το σεξ λοιπόν και ο πατέρας. Μια υπόθεση, πολλές ιστορίες. Άκουγε αρκετά, όταν πήγαινε μαζί του, στους φίλους του, στα συνεργεία, στα γήπεδα, ίσως ποτέ απ'ευθειας, κυρίως από τα πλάγια. Σαν το ποδόσφαιρο.
Και ερχόμαστε στο άλλο φετίχ αντικείμενο του μαγικού συρταριού/παράθυρο στην ψυχή του πατέρα. Κανονισμός διαιτησίας. Ποδόσφαιρο. Πάθος. Και πληγή.
Τηλεόραση. Ευρωπαϊκό 1980 / Μουντιάλ Εσπάνια 1982. "Ποιος παίζει μπαμπά;" "Οι μπλε με τους κόκκινους" "Εμείς με ποιους είμαστε;" "Με όποιον παίξει καλύτερα". Ουδετερότητα. Αντικειμενικότητα. Όχι φανατισμός.
"Δεν ήταν φάουλ αυτό μπαμπά;" "Και να ήταν, δε θα μπορούσε να το δει ο διαιτητής, από κει που είναι" "Καλά, εσύ το διαιτητή κοιτάζεις;" Στην πορεία από την Α'Εθνικη, στην κάθοδο της Β', της Γ', των τοπικών ερασιτεχνικών, στην ίδρυση του Συνδέσμου Διαιτησίας Κατερίνης-έγινε και Επιθεωρητής Διαιτησίας κάποια στιγμή, έζησε τιμές και κάποιου είδους "μεγαλεία" , πίστεψε στο Αδιάφθορο και προδόθηκε. "Ο δικός μας ο Παιδάς πεντ'οσπιτεα εχτισον" του έλεγαν αυτοί που του έδιναν λεφτά για να σφυρίξει υπέρ του ενός ή κατά του άλλου. Εννοώντας ότι "οι άλλοι τα παίρνουν και χτίζουν σπίτια, εσύ χαζός είσαι και δεν τα παίρνεις;".
Δεν ξέρω τι από όλα αυτά που μου έλεγε ή που άκουσα από γνωστούς ήταν αλήθεια, πάντως εγώ "σπίτια " δεν είδα !!!! Ώπερ εδει δείξαι. Αδιάφθορος ή όχι, εκ των πραγμάτων δε φάνηκε να τα "έπαιρνε". Μαλακία του?? Μάλλον! Για τον ίδιο σήμαινε πάντως τα πάντα, αυτό το γαμημενο "καθαρό κούτελο". Που πολλά χρόνια σήμαινε και για το γιο πολλά πράγματα: Ο πατέρας είναι ηθικός. Ο μπαμπάς έχει αρχές. Δεν υποκύπτει σε πιέσεις. Προτιμάει "δυσμενή μετάθεση"--- αθάνατο ΠΑΣΟΚ!--- παρά να σκύψει το κεφάλι στους πρασινοφρουρούς, που "βρώμισαν τη Χώρα", την Υπηρεσία, το Ποδόσφαιρο και τη Διαιτησία. Η κομματικοποίηση ενός αθλητικού χώρου, που έπρεπε κατά τη γνώμη του να παραμείνει αμιγής, αμόλυντος, του στοίχησε. Μέχρι αυτή τη στιγμή.
"Δεν αξιολογήθηκε". Δράμα. Ήταν δεξιός. Και ήταν αρχές 1982. Ο μπαμπάς, Δεξιός του Κερατά, που είχε ψιλοσιχαθεί το Σύστημα Καραμανλή, ζήτησε κι αυτός την Αλλαγή, ψήφισε Αντρέα Οκτώβρη του '81. Είχε καταγραφεί όμως ως δεξιός, ανεπιθύμητος,έπρεπε να αντικατασταθεί. Και δεν αξιολογήθηκε , ως βασικός Διαιτητής. Μόνο ως επόπτης γραμμών στη Β'Εθνικη.
Αισθάνθηκε μειωμένος, ως άντρας. Τα έχουμε αυτά, εμείς οι άντρες, θα σκεφτόταν πολλά χρόνια μετά ο Υιός. Κατέβασε τις φιλοδοξίες του λοιπόν ο Σάκης στο τοπικό επίπεδο. Εκεί άνθησε για λίγο, μέχρι που άρχισε να μαλώνει. Με όλους. Με παράγοντες. Μικρο-/μεγαλο παράγοντες, ιδιοκτήτες ομάδων, παίχτες, έτερους διαιτητές, κομματικά στελέχη, πολιτευτές, Δεν εγκατέλειπε τις αρχές του, έλεγε στις παρέες. Να μην ξεχνάμε το Υπόστρωμα, το Background, που λένε και στα Ίμερα Κοζάνης, με μεγάλο Γιώτα. Βαθύ ΠΑΣΟΚ. Που τα σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά.
(Τώρα που πέρασαν τα χρόνια και γελάμε με τις καταστάσεις, Μετα-κριση Ελλάδα, Μητσοτάκης, Τσίπρας, Κασελακης,
Είναι πολλοί που έχουν ξεχάσει; Θέλουν να ξεχαστεί; Δε συμφέρει να θυμούνται; Τι σήμαινε αυτό το "Παλιό" το "Βαθύ" ΠΑΣΟΚ, τι δύναμη είχε ο πασοκικος μηχανισμός, τι ρίζες έστησε από χωρίον εις χωρίον, πόσους τάισε, τι είδους "σοσιαλισμό " δημιούργησε και πόσους εξοβέλισε, διαγράφοντας κάθε είδους αξιοκρατία και αξιοπρέπεια. Σημασία είχαν τότε "τα δικά μας τα παιδιά " . Τα "αριστερά " έλεγαν τότε. Είναι αριστερός έλεγαν, ΠΑΣΟΚ δηλαδή.
Ο Γιος τα ζούσε όλα αυτά , το ΠΑΣΟΚ, τη διαιτησία, το Σύνδεσμο (πήγαινε Σάββατο και τους έκανε και μαθήματα, στους μαθητευόμενους "μικρούς" ανερχόμενους διαιτητές, όπως τον ξάδελφο συνονόματο) αλλά προσπαθούσε,χωρίς να τα καταφέρνει, να βλέπει το χαρακτήρα του Πατέρα-Πρότυπου. Η επιλεκτική μνήμη έκανε το θαύμα της και δεν υπάρχουν τα "Άσχημα", οι "Κακές Στιγμές" του μπαμπά, αυτά που θυμούνται δηλαδή τα γυναικεία μέλη της Αυλής.
Ο Γιος θυμάται τον Κανονισμό. Μαύρο βιβλιαράκι. Χειρονομίες του διαιτητή. "Παίζετε", πλεονέκτημα. Σφύριγμα έναρξης, σφύριγμα λήξης. Πέναλτυ, Μπενάλ, το έλεγε ο Μήτσος ο παππούς. Μεγάλο σεβασμό στη Γερμανία του Μπεκενμπάουερ, "Πειθαρχία" έλεγε "πειθαρχία. Βάζουν το κεφάλι κάτω και κάνουν αυτό που λέει ο προπονητής".
Μιλούσε με τους παίχτες, έλεγε. Τους μιλούσε στη γλώσσα τους, ήταν πατρική φιγούρα και στο γήπεδο, δεν έβγαζε κίτρινη εύκολα, είχε το βλέμμα που σκότωνε. Το ζήσαμε αυτό το βλέμμα. Κι εγώ και η αδελφή μου. Κι αν δεν "έπιανε " το βλέμμα που σκοτώνει, αν επαναλαμβανόταν το πταίσμα ή καλύτερα η Αντικανονική Ενέργεια, τότε έβγαινε και η Κόκκινη Κάρτα. Σφαλιάρα. Χορταστική, Γεμάτη Παλάμη.
Ο Γιος είδε, απ'ότι θυμάται, πρέπει δηλαδή να είδε 4-5 κόκκινες κάρτες στη ζωή του. Πονάει η κόκκινη κάρτα, αυτό το θυμάται καλά. Γίνεται κόκκινο και το μάγουλο. Αλλά δεν κρατάς τελικά κακία για μια κόκκινη.
Είναι η τιμωρία. Τιμωρία για το λάθος. Το ξέρει ο καθένας μας το λάθος του, ακριβώς τη στιγμή που το πράττει.
Ο γιος παρακολουθεί τον πατέρα του τώρα, από μακριά. Μέσα από ένα καλώδιο. Μόνο τον ακούει. Και το νοιώθει. Καταλαβαίνει, ακριβώς αυτό που καταλαβαίνει κι ο ίδιος ο πατέρας.
Ότι ήρθε η ώρα για τη δική του Κόκκινη Κάρτα. Λίγο πριν τη Λήξη του Παιχνιδιού.