Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

Μαύρος ο ήλιος σήμερα

Μια θλίψη, μια πίκρα, καίγεται κόσμος, πεθαίνει, από πείνα, από ανέχεια, φτώχεια γυρίζει, περιφέρεται, το αίμα κυλάει, δε σταματά, στην Ευρώπη, στη Συρία, στην Αίγυπτο, στην υπόλοιπη Αφρική, στα βάθη του χρόνου, στις ιστορίες μας, τις προσωπικές, τις διαχρονικές, στις μεγάλες μας ιστορίες, στους εμφυλίους μας, στα αδερφοκτονικά μας πάθη, πάντα κυλάει το αίμα, και μένουν κάποιοι να κλαίνε στα μνήματα, σα φιγούρες που ξεχάστηκαν, που πάγωσαν στο χρόνο, προβάλλουν το παρελθόν τους στο ακίνητο Τέλος, στο Πουθενά, στο αιώνιο Μνήμα, στο χαμένο χρόνο, στη χαμένη νιότη, στη χαμένη ύπαρξη, στο ΝΥΝ και ΑΕΙ. Κάποιοι μένουν γραφικοί, δεν εξελίσσονται, δεν προσαρμόζονται, είναι "οι παλιές σχολές", είναι οι Hinschauer, θυμούνται, τα βράδια κλαίνε, οι μοίρες δεν τους λυπούνται. Λένε πρέπει να υψώσουμε ανάστημα, να φωνάξουμε για τη ζυγαριά, γιατί να γέρνει πάντα προς τον δυνατό, γιατί η ζούγκλα να κερδίζει, μέχρι πότε ο λόγος θα μένει βουβός στη δράση, πότε θα λυγίσει μια πένα και μια φωνή το σπαθί και τη σφαίρα; Ναι, δεν είναι μόνοι, υπάρχει και μια σκόρπια διάχυση της ευθύνης, της συναίσθησης. Πότε δεν παίρνει σάρκα όμως, μένει μια κούφια λέξη, άδεια, κενή, ένα χτύπημα στην πλάτη, σα μια συγκατάβαση άψυχη, δείξε ρε μάγκα τι έχεις, αν έχεις...
Έγινε μια σιωπή, στις καμπάνες, στις βροχές που βουβά λυτρώνουν θύματα, σε δρόμους έρημους, σε σκόνες που μυρίζουν ιστορία, δεν έφυγαν από δίπλα μας, τα έχουμε στην αμασχάλη μας από κάτω, σαν κρίματα σε συσκευασία ρυθμού, ενός νεκρού που χορεύει για να ξυπνήσει τους άλλους δίπλα του, αλλά είναι μόνος του, πάντα ήταν μόνος του. κι ο ήλιος πάντα μαύρος, δεν δίνει ζέστη, πάγο και πόνο στέλνει, πονάνε τα μάτια μας, χρώμα ανύπαρκτο, τα παιδιά, πόσο να αντέξουν τα παιδιά, wie viel kann ein Kind ertragen...οι αμαρτίες, πού αίρονται; πού ξεπληρώνονται;; ποιος τις βλέπει και τις δικάζει; να ήταν μια φευγαλέα προσευχή, να ερχόταν η Κρίση, να γύριζε η ισορροπία στην δαντική Κόλαση, να χαρίζαμε τα σάπια μας σε αυτούς που μας φοβερίζουν σήμερα, αλλά θα μας θυμούνται, αν όχι αύριο, τότε ποτέ.

Δεν έχω Εγώ, δεν κάνω βήμα πίσω, δεν είμαι από δω. Ήμουν μια ματιά, τώρα έμεινε μόνο λίγο φως, μόνο να σιγοβλέπω τα σκοτάδια, στο ημίφως ζω, στη μουδιασμένη κορυφογραμμή των κατατρεγμένων, των σκιαγμένων και των ανήμπορων, μαζί τους και γω, θα πάω κάποτε να τους συναντήσω στους πόνους τους, στις χίμαιρες και στες νύχτες της νεότητός μου.



(προκαταβολικά, για τα γενέθλια μου)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου