Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012

Γκρίζο Νο ΙΙ

Bei der Gelegenheit
Και με αφορμή την προηγούμενη ανάρτηση, λέω να επεκταθώ λίγο παραπάνω στην καθημερινότητά μου.
Κυκλοφορώ με τρένα και με λεωφορεία. Ώρες δύσκολες, χαράματα, δύσεις, μισοσκόταδα. Τα βλέμματα που βλέπω είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό γκρίζα. Στα σκοτάδια αν και φαινομενικά είναι δύσκολο να το διακρίνεις, το γκρίζο κάνει αίσθηση. Στα μάτια υπάρχει μια γαλήνη, μια απόγνωση, μια  "κοιτάω σα χαμένος" αίσθηση. Κοιτάω σα χαμένος όμως, γιατί μάλλον είμαι ο χαμένος. Σέρνεται το βλέμμα μου, στα μακρυνά, στους κάμπους και στα δάση, στο βάθος, αλλά στην ουσία το μόνο που κοιτάω είναι τον εαυτό μου. που καθρεφτίζεται στο τζάμι. Δεν είναι μαύρα γύρω μου, ούτε έχουν ασπρίσει ακόμα. Παραμένουν γκρι.
Μιλάω με τον δάσκαλό μου των Γερμανικών, ο οποίος έχει φωτογραφίσει ένα καταπληκτικό πρώιμο φθινοπωριάτικο δειλινό, όπου δεν ξεχωρίζεις πού αρχίζει η θάλασσα και πού τελειώνει ο ουρανός. Όλα ένα απέραντο (όχι γαλάζιο, αμάν με αυτό το κλισέ!!) ένα απέραντο και ακαθόριστων διαστάσεων Γκρι. Έτσι του λέω, είμαι κι εγώ, ένα γκρι, που δεν ξέρει αν τελειώνει ή αν αρχίζει. Ρωτάω όμως: "Ist es grau ein zukünftiges weiß?". Εκείνος λέει, μα και βέβαια, πάντα ασπρίζουν τα γκρι, δεν το 'ξερες;;
Από μικρός θυμάμαι, τα καλύτερα μου παντελόνια ήταν γκρι, μου άρεσε πολύ το χρώμα. Το μαύρο παλιά (ίσως και τώρα) ήταν μαγκιά, πρωτοπορία, αντίδραση. Δεν τα φόρεσα. Τα άσπρα, τα χρωματιστά, τα ζωηρά χρώματα, παραήταν υπερβολικά για την απαισιοδοξία του Ενοίδα. Οπότε μ'απόμειναν τα γκρι, γκρι πουκάμισα, γκρι φανελάκια, γκρι παπούτσια, γκρι συναισθήματα. Ο καθηγητής της Φυσικής μου, ονόματι Ψαρρός (!!), μου ΄λεγε: "Να μην έχεις άγχος, δες εμένα, έτσι θα καταντήσεις" και έδειχνε τα κατάγκριζο κεφάλι του.
Μein neuer Chef, είναι πενηντάρης, γκρι κεφάλι με μια άσπρη τούφα. Πειράζαμε τον καινούριο πιτσιρικά στη δουλειά, που με το πρώτο ζόρι, αρρώστησε και δεν ήρθε. "Νέοι!!" λέω εγώ. Γελάει αυτός και λέει, "Ναι όντως, keine grau Haare!!!!!"
Ούτε μαύρα ούτε άσπρα ούτε ναι ούτε όχι, ούτε τώρα ούτε ποτέ. Πάντα στο μετέωρο γκρι.
Πάντα στο θολό τοπίο, πάντα στη μετάβαση, στην Angepassheit.
Καλύτερα έτσι, μάλλον. Γλυτώνεις τις αντιθέσεις, το γκρι "πάει" με όλα.
Αλλά ποιος θέλει στην παρέα του έναν γκρι; Ποιος χαίρεται να τον βλέπει; Είναι εκεί, αλλά και δεν είναι, ψιλοβουλιάζει στα χρώματα του ντεκόρ, σχεδόν αόρατος, καλός για να μην ενοχλεί και να μη διακρίνεται. Αλλά όχι για να εντυπωσιάζει, όχι για να τραβήξει την προσοχή, ένα γκρι δεν μαγνητίζει  ποτέ βλέμματα. Έτσι το θέλει και το προτιμάει.
Περνάει και φεύγει και δεν κλαίει ανθρώπου μάτι.

αλλά εδώ ταιριάζει κι εκείνο του Λάγιου
Περαστικός κι αμίλητος.

Τελικά καλή νύχτα φαινόταν στην αρχή, αλλά μετά γκρίζαρε λίγο..........

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου