Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

Εξεζητημένες (για την εποχή) σκέψεις

Η εποχή δε λέει....Υπάρχει φτώχεια. Πενία που λένε οι κουλτουρόπληκτοι. Ούτε για ιδέες, (παν, ψόφησαν αυτές), ούτε για υψηλές Τέχνες ούτε για αναλύσεις.
Πόσο μάλλον για βιβλία που μιλάνε για υψηλές τέχνες.
Δεν πειράζει, εγώ επιμένω σε πείσμα των καιρών

Ένα από αυτά τα μετρίως κουλτουριάρικα και απόλυτα οπισθοδρομικά βιβλία είναι και το συγκεκριμένο που προτείνω. (Μάλλον θα απελευθερωθεί δηλαδή στο επόμενο meet-up των bookcrossers, κατά Οκτώβρη στο cafe Bazaar. )

Μιλάει σε σχετικά μυημένο κοινό, μυημένο σε ακούσματα ορχηστρικής (αυτό που οι περισσότεροι αδαείς αποκαλούν "κλασσική") μουσικής. Η λεγόμενη κλασσική περίοδος ξεκινώντας από το 1600 ψιλοτελειώνει το 1750, οπότε και γινόταν μια πειραματική αναζήτηση στα όργανα, στις φωνές, στο χορευτικό τμήμα, και φυσικά πάνω απ'όλα στην κοινωνική θέση της Μουσικής. Βιβάλντι δηλαδή, Ιταλία, μπαρόκ με Μπαχ κι έτσι, που λένε....

Με την κληρονομιά (βαριά είναι η αλήθεια) αυτών των προηγούμενων και ενώ ακόμα συνυπάρχουν όλες οι φόρμες, ξεκινάει μια τρόπον τινά διαδοχή ορχηστρικών στυλ και μορφών συμφωνικής μουσικής, αυτό που αποκαλεί ο συγγραφέας εξέλιξη της Ορχήστρας, ως εργαλείο στα χέρια των Μεγάλων Μουσουργών.

Κι εδώ εισβάλλει η (κι αυτή βαριά είναι η αλήθεια) κουλτούρα του μουσικού αυτιού ή μουσικού χεριού (οργανοπαίκτης δηλαδή ή απλώς ακροατής). Διότι η Υψηλή Τέχνη της Μουσικής φτιάχτηκε αρχικώς δια να διασκεδάζει και να χαλαρώνει είτε καθιστικώς είτε χορευτικώς, αλλά κάπου στην πορεία θεωρήθηκε ως ένα είδος ελίτ (ειδικά η μεγάλη ορχήστρα, αλλά και η δωματίου) που θα απευθύνεται σε ειδικά αυτιά και ειδικούς, εξελιγμένους εγκεφάλους (Τυφλαμάρα στα μούτρα του καθενός αυτοκράτορα, δούκα ή πρίγκηπα που ήθελαν εξευγενισμένους τρόπους απόλαυσης, δεν κοιτούσαν τα χάλια και τη βρώμα τους, μου 'θελαν και πληρωμένα έργα κατά παραγγελία, οι αριστοκράτες.....ε ρε γκιλοτίνα που θέλετε!)

Άσχετο. Οι κοινωνικές εξελίξεις λοιπόν και η δημιουργία μιας μέσης τάξης, στο περίπου άρχισε να επιζητά την αναδιάρθρωση των μουσικών ερεθισμάτων. Ξεκινώντας από τον Χάυντν, τον Πατριάρχη δηλαδή και την άποψή του περί σύγχρονης μουσικής για ορχήστρα. Παγιώνεται το πρώτο βιολί ως πρωταγωνιστής , βλ. recitativo στη συμφωνία το 1761 Le Matin, εισήγαγε τις προγραμματικές ιδέες αλλά με χρήση διαφορετικών τονικοτήτων μέσα στα ίδια μέρη (ακούστε τα επεισόδια στα ορατόριά του, π.χ. στη Δημιουργία) και έτσι τα εκφραστικά όρια του εργαλείου-Ορχήστρα διευρύνθηκαν. Η εξιδανίκευση του χορού, όπως προσομοιάζει ο Wagner τα μενουέτα και τα φινάλε του Haydn, στην ουσία αποτελεί μια εξορθολογιστική θέση του συνθέτη. Τα συναισθήματα υπακούουν στη λογική. Οι εσωτερικοί νόμοι της υπέρτατης αρμονίας εξηγούν τα πάντα κι εξαφανίζουν τις αντιφάσεις.

Αλλά ο Haydn συνυπήρξε με τον Mozart, και μάλιστα υπήρχε αμοιβαία αλληλοεκτίμηση, παρόλο που διέφεραν σημαντικά οι προσωπικότητές τους. Ο τελευταίος είχε μια αναλυτική σκέψη που κατευθύνονταν πάντα από τις εκφραστικές του προδιαθέσεις. Τα θέματα που επιλέγει έλκουν την καταγωγή τους από το τραγούδι. Γι'αυτό και στράφηκε από νωρίς στη φόρμα της Όπερας, Δεν είχε βέβαια καινοτομίες στην διανομή των οργάνων, αλλά εμφάνιζε στη γραφή του εκείνες τις έξυπνες, γρήγορες κι επιγραμματικές ιδέες, που χρειάζεται μια ορχήστρα όπερας. Επέλεγε εφέ οργάνων, που μοιάζαν με την ανθρώπινη φωνή, σαν το κλαρινέτο ή το basset-horn (για όποιον δεν έχει ακούσει, είναι είδος άλτο κλαρινέτου, ψάξτε το στο Μαγεμένο Αυλό). Επίσης ο τρόπος των εισαγωγών ήταν διαφορετικός, θύμιζε λίγο τον Gluck, με την ορχήστρα να μιλάει με υπαινιγμούς και μισόλογα για την υπόθεση της όπερας, ενώ ακόμα ο ακροατής δεν ξέρει τι τον περιμένει. Μια που είπα για τον Αυλό, η εισαγωγή του τελειώνει ακριβώς όπως και η ίδια η όπερα με ένα εορταστικό allegro, σε μορφή φούγκας (Κάτι που άρεσε και στον Britten στον Οδηγό για νέους 270 χρόνια μετά).

Κι έρχεται καπάκι εκείνος ο τυφώνας της Δυναμικής ορχήστρας του Ludwig Van. Την περίοδο που δρα ήδη υπήρχε η μετάβαση από την αριστοκρατική στάση της κοινωνίας του 18ου στην αστική στάση του 19ου. Το στοιχείο επομένως της δυναμικής του που εφάρμοσε στις Συμφωνίες, εξυπηρετούσε τόσο το μουσικό του στόχο, όσο και την κοινωνική του άποψη. Παρ'όλα αυτά θα δείτε στα αντίστοιχα "ειδικά" βιβλία ότι ο Μπετόβεν χαρακτηρίζεται ως ο πρώτος ρομαντικός συνθέτης του 19ου. Στην ουσία μιλάμε γαι τον τελευταίο Κλασσικό, που χάρη στην αυτοπειθαρχία του ισορροπεί ανάμεσα στη λογική και στο συναίσθημα, ανάμεσα στον ορθολογισμό του Haydn και στον ατομικισμό του Mozart.

Βέβαια έχει ιδιαίτερη αδυναμία στα πνευστά, στα οποία έδωσε την πρωτοκαθεδρία. Και μάλιστα έδωσε την ευκαιρία και σε άλλες τονικότητες, αφού αυτές ηχούσαν καλύτερα στα πνευστά. Π.χ. η μι ύφεση μείζονα ακούγεται με έναν ιδιαίτερο τρόπο στα κόρνα και προσδίδει κάποιο ηρωϊκό στοιχείο. Όταν ακούω εκείνες τις θριαμβευτικές φανφάρες για τρομπέτες σε ντο μείζονα στην εισαγωγή της Λεωνόρας και της Πέμπτης Συμφωνίας, τρελαίνομαι στη σκέψη τη σύλληψης του συνθέτη για δυναμική απαίτηση της ορχήστρας. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα έργα του είναι μόνο για πνευστά. Το adagio της Ενάτης αποδεικνύει την πολυδιάστατη εφαρμογή του ηχοχρώματος όλων των οργάνων. Ξέχασα να πω και για τη μοναδική ίσως καινοτομία του, την αντικατάσταση του μενουέτου από το scherzo. Για ξανακούστε εκείνο το απίστευτο σκέρτσο της Ενάτης, με τις δαιμονικές δοξαριές στην αρχή, τα σόλο τύμπανα, την ανάπτυξη σε μορφή φούγκας των εγχόρδων και τη σταδιακή κορύφωση, με τα κόρνα να μετατρέπονται σε μια ήρεμη ποιμενική μελωδία. Δεν υπάρχει!!!
Επισημαίνω και πάλι ότι για τον Ludwig van σημασία είχε η ανάπτυξη όχι της θεματικής αλλά της δυναμικής γραμμής.

Ήδη πριν πεθάνει ο Beethoven αναπτυσσόταν ένας τύπος ορχήστρας: αυτός του ρομαντικού οράματος. Διάφοροι «φλώροι» σαν τον Schumann, το ρομαντικό ποιητή του πιάνου, τον Schubert , τον Weber, το εξωπραγματικό βρίσκει έναν δρόμο με τα μαγικά στοιχεία και η (μουσική) πραγματικότητα των οργάνων σβήνει σαν οπτασία. Το μελαγχολικό τραγούδι του όμποε, οι σειρές από τρίλιες στο τρίτο μέρος της συμφωνίας σε ντο μείζονα του Schumann αφήνουν την ρομαντική διάθεση να «ξεχειλίζει» σε όλο το φάσμα μιας ενορχηστρωμένης ποιητικής. Το πιάνο ήταν βασικό εργαλείο γι’ αυτόν και συχνά ακόμα και σήμερα εκπλήσσονται οι μοντέρνοι δεξιοτέχνες με την τρομερή ικανότητά του να μεταφέρει τις πιανιστικές ιδέες στην ορχήστρα.

Αυτός που αναστάτωσε τη σειρά της εξέλιξης (τα έκανε π%$@τάνα κυριολεκτικά) ήταν αναμφισβήτητα ο Berlioz. Με το πρώτο κιόλας έργο, τη Symphonie fantastique, κατάφερε να αποδώσει την πλαστική αντικειμενικότητα με το εύρημα της idee fixe, της έμμονης ιδέας δηλαδή, της μελωδίας που εμφανίζεται σε όλα τα μέρη του έργου, μετασχηματισμένη και παραλλαγμένη, άλλοτε δίνοντας την εικόνα του ερωτικού αντικειμένου κι άλλοτε αυτή της ζηλιάρας μάγισσας. Γουστάρω πολύ εκείνη τη σκηνή της εξοχής, όπου το αγγλικό κόρνο και το όμποε παριστάνουν τις φωνές δύο βοσκών που αρχικά συνομιλούν και μετά μένει μόνο το κόρνο, σαν να τονίζει τη μοναξιά της φύσης. Ή στο τελευταίο μέρος, που η κύρια μελωδία (αυτή που αναφέρθηκε ως έμμονη ιδέα) παίζεται με κακούς ήχους του κλαρινέτου σε μι ύφεση, ενώ συνοδεύουν στριγκλιάρικα ένα κλαρινέτο σε ντο και δύο όμποε, με το φαγκότο να δίνει το ρυθμό του καλπασμού ως βάση. Άψογο!

Αυτή ήταν η δεξιοτεχνική ορχήστρα του Berlioz, που «έστρωσε χαλί» για τον άλλο «τρελό», τον Wagner, το συνθέτη-μαέστρο (νέο είδος, άγνωστο μέχρι τότε), που καθιέρωσε την κοσμογονική ορχήστρα. Αυτός επιβάλλει τη σύμπραξη των «κάπως ακαθόριστων» μελωδικών περιεχομένων της οριζόντιας μελωδίας, της μελωδικής έκτασης δηλαδή, και της κάθετης λειτουργίας των ήχων σε μια μελωδία, του αρμονικού βάθους δηλαδή. Αυτή η σύμπραξη οδηγεί σε ένα κοινό σημείο, στη μορφή του δράματος, που βασίζεται στον «ηχο-λόγο», όπως τον ονομάζει ο συνθέτης και έχει ως μέσο την αρμονία.

Κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε!! Πιο λιανά δεν μπορώ να το πω!

Δηλαδή ξαναανάστησε το ρομαντισμό στην ορχήστρα με τη συγκινησιακή του γλώσσα, που μοιάζει με την ανθρώπινη. Τα leitmotiv του εξυπηρετούν, π.χ. στο Χρυσό του Ρήνου, αυτήν την ταύτιση της φύσης με την αρμονία και της αρμονίας με την ορχήστρα. Στο βιντεάκι έχω βάλει την περίφημη εισαγωγή του Tanhauser με τα τρομερά σχήματα των βιολιών. Κυριαρχούν βέβαια ο ήχος των κόρνων και των τρομπονιών, που διατρέχει όλο το έργο. Θα μπορούσα να πω κι άλλα για αυτόν τον μπάστ#$%%, που με την ιδιοφυϊα και την αλλαζονεία του μπέρδεψε τον κόσμο, που περίμενε τον καλλιτέχνη ως σεμνό κακομοίρη να περιμένει χειροκρότημα. Εγώ λέω ότι κατέκτησε έναν νέο βαθμό τελειότητας, την αντανάκλαση μέσω της ορχήστρας ενός ηχητικά παλλόμενου σύμπαντος…

Μετά ακολουθεί η ορχήστρα των επιγόνων. Brahms κι έτσι. Αυτός διατήρησε μια παραδοσιακή διατονική αρμονική οργάνωση, αλλά με μια ανεξάρτητη κίνηση των μεμονωμένων φωνών. Αυτή η στοχαστική στάση απέναντι στη μουσική, συχνά παρερμηνεύτηκε ως στεγνή κι άνοστη ενορχηστρωτική διάθεση. Εγώ χωρίς να τον κατέχω και πολύ, απ’ό,τι διαβάζω δηλαδή, φαντάζομαι ότι απλώς δεν εκτελούνταν σωστά αυτό το ιδιαίτερο αντιστικτικό πολυφωνικό στυλ του. Οι μαέστροι σαν τον Bekker είναι σίγουροι γι’αυτό.

Για την Εθνική ορχήστρα δε θα πω τίποτα, αφού έχουν μια αξία αφ’εαυτών, ειδικά οι όπερες του Verdi, τα έργα του Tchaikovsky, ο Γουλιέλμος Τέλλος του Rossini και λοιπά και λοιπά.

Απλώς θέλω να πάω γρήγορα στον Debussy, τον άνθρωπο που χαρακτηρίστηκε ως ο προπομπός της ορχηστρικής μουσικής του Εικοστού αιώνα, ειδικά με κείνο το μοναδικής σύλληψης L’ après-midi d’un faune, την εισαγωγή του. Ξάφνου χάθηκαν τονικότητες, κανόνες αρμονίας και μπήκαμε σε μια άλλη ορχήστρα, την περιβόητη ορχήστρα του δόγματος «η τέχνη για την τέχνη», που έθρεψε γενιές και γενιές στον εικοστό αιώνα.

Η φράση αυτή υποδήλωνε πως ένα έργο τέχνης δεν έχει άλλη σκοπιμότητα εκτός από την ικανοποίηση που γεννά η ίδια η δημιουργία και η ύπαρξή του. Είναι άραγε αισθητικός ελιτισμός, ανάγκη να διαφοροποιηθείς από το κοινωνικό περίγυρο, ουσιαστικά να «ανωτερικοποιηθείς» ή αποτελεί ακόμα μια εξέλιξη;; Ο Bekker λέει ότι «….το έργο τέχνης υπάρχει από μόνο του και πρέπει να είναι τέλειο, σύμφωνα με τους κανόνες της εμπειρίας και με τις δυνατότητες της φαντασίας…». Όντως πρέπει να ευχαριστεί τους ανθρώπους, να αποσπά το πνεύμα τους από καθετί που έχει σχέση με την πραγματικότητα και να τους εξυψώνει σε μια σφαίρα Απόλυτης Τέχνης. Γίνεται αυτό;;

Ακούστε τη «Θάλασσα» και το παιχνίδι των κυμάτων και θα καταλάβετε (όσοι καταλάβετε!). Οι κρυφές αποχρώσεις, οι μούτες των εγχόρδων, η υπεροχή του φλάουτου και του αγγλικού κόρνου από τα ξύλινα, όλα αυτά, «δείχνουν» το στοιχείο του. Η αρμονική βάση στα έργα του δεν οδηγεί σε κορυφώσεις, αλλά σε decrescendo. Η λύση της έντασης στον Ludwig van ήταν η κορύφωση, ενώ στον Debussy βρίσκεται στην εξάλειψη, στην απόσβεση, στην εξαφάνιση. Έτσι από τη μια η ορχήστρα έγινε ένα μέσο για την επίδειξη της καλλιτεχνικής δεξιοτεχνίας, από την άλλη χάθηκε η αίσθηση τη λειτουργικότητας του μέσου και οι πρωτογενείς του ιδιότητες.

Και αυτό επιβεβαιώθηκε με τους επόμενους συνθέτες της λεγόμενης μηχανιστικής ορχήστρας. Εγώ επιλέγω Stravinsky (πρώτον γιατί έτσι γουστάρω, δική μου δεν είναι η ανάρτηση;;) κυρίως γιατί δεν κατάλαβα ποτέ τον έτερο καππαδόκη, τον Schoenberg.

Η μουσική του Igor Stravinsky δε βασίζεται ούτε στην αρμονία, ούτε στη μελωδία, ούτε στο τραγούδι, ούτε στην πολυφωνία. Όλα αυτά υπάρχουν με κάποια μορφή, αλλά κυρίως υπερέχει και αυτό που τον χαρακτηρίζει είναι ο ρυθμός. Η πρωτογενής ρυθμική έκφραση, ο χορός, το ρώσικο μπαλέτο είναι η αισθητική αρχή του. Κατά συνέπεια ο νέος ηχητικός οργανισμός, η ρυθμική ορχήστρα, πρέπει να εξυπηρετεί συγκεκριμένους σκοπούς, είναι λιτή (Ιστορία του στρατιώτη: επτά όργανα), δεν περιλαμβάνει έγχορδα με την παραδοσιακή τους στήριξη, αφού τα έγχορδα έχουν την τάση να τραγουδάνε κι αυτό ο συνθέτης δεν το θέλει. Στην εισαγωγή της Ιεροτελεστίας της Άνοιξης με το σόλο φαγκότο, που το ακολουθούν παρατεταμένες φράσεις κόρνων και κλαρινέτων, προστίθενται διαδοχικά το αγγλικό κόρνο και τα υπόλοιπα πνευστά με τις σολιστικές τους φράσεις. Εκτός από τα έγχορδα. Κάτι pizzicati, κάτι τρίλιες, κάτι ρυθμικά του τσέλου, χαζά. Τα πνευστά χτίζουν, ο ρόλος των εγχόρδων συνοδευτικός……

Αυτά και μακρηγόρησα πολύ διότι είπαμε έχουμε και μια κουλτούρα, που δε συμβαδίζει ούτε με το μπαγλαμά ούτε με την εν γένει στάση μου στα καλλιτεχνικά. Παρ’ όλα αυτά το ‘χω το θέμα, ψέματα να πω;;; Διαθέτουμε και background, το οποίο το κρύβουμε επιμελώς στην κωλοχώρα που βρισκόμαστε…

Τουλάχιστον ακούστε το βιντεάκι, με τη σειρά που αναφέρω την εξέλιξη της ορχηστρικής μουσικής. Έχει να δώσει σε όσους θέλουν να πάρουν. Είπαμε!! Για τους υπόλοιπους έχει απ’ όλα ο μπαξές…………………














The orchestra from Michael Vassiliadis on Vimeo.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου