Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2024

Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2024

Mission accomplished

 Όταν κατέβηκα για διακοπές στην Ελλάδα, δεν είχα τίποτα ιδιαίτερο στο μυαλό μου. Ένα απλό πλάνο διαδικασιών, που είχαμε συζητήσει με την αδελφή μου. Φτάσαμε Τετάρτη απόγευμα. Τη Δευτέρα το βράδυ, γυρίζοντας από Χαλκιδική, οι λέξεις που μου ήρθαν στο μυαλό ήταν : "Mission accomplished!"

Αυτά που ήταν να κάνω, τα έκανα. Αυτά που έπρεπε να γίνουν, έγιναν. Ακριβώς έτσι. Οτιδήποτε παραπάνω θα ήταν και υπερβολή και κακό. Θα χαλούσε την ωραία εικόνα. 

Σήμερα, επίσης γυρίζοντας από τη δουλειά το  πρωί, μου ήρθε πάλι ξαφνικά η σκέψη : "Και η ζωή μου είναι ετσι• Mission accomplished". Αυτά που ήταν να κάνω, τα έκανα. Βέβαια, σε μια διάρκεια ζωής 52 χρόνων, γενικά από τα 50+, δεν υπάρχει πλέον (δε θα είναι δέον να υπάρχει!) το λεγόμενο "πρέπει να γίνουν, έπρεπε να γίνουν". Ο γεγονε, γέγονε. Έγινα. Έγιναν. Όπως έγιναν. Δε σκάμε πλέον. 

Η κουβέντα στις αυτοβιογραφίες συνήθως στρέφεται στο νόημα που δίνει ο μικρός ή μεγάλος άνθρωπος στον όρο Mission. Έχω να πω, ότι ο όρος αλλάζει συχνά πυκνά στη διάρκεια μιας ζωής. Άλλη αποστολή είχαμε στο μυαλό των 15 χρόνων, άλλη στα λίγο πριν τα 30 χρόνια. Άλλη πριν κι άλλη μετά τα παιδιά. Άλλη στον πρώτο κι άλλη στο δεύτερο γάμο. Άλλη αποστολή στην Ελλάδα, άλλη στη Γερμανία. Άλλη αποστολή χωρίς μουστάκι, άλλη με μουστάκι. 

Η αποστολή -που τέθηκε (από μόνη της; Από άλλους; Από μένα; ) μετά τον Οκτώβριο/Νοέμβριο του '21- εξετελέσθη. Αυτά που μπόρεσα και θέλησα, αυτά που μπόρεσα να θέλω και θέλησα να μπορώ, έγιναν. Με τον άλφα και βήτα τρόπο, μέχρι τον Ω-Μέγα τρόπο. Αυτοί είμαστε . Από τα Α ως τα Ω. 

Το αίσθημα που έχω είναι-υποθετω- αυτό που νοιώθει ο παίχτης, που ενώ τα έδωσε αυτά που είχε να δώσει, έκανε αυτά που σκέφτηκε ή του είπε ο προπονητής, δεν μπορεί και δε θέλει άλλα, παρ'ολ'αυτα παραμένει στο παιχνίδι. Κοιτάει τον πάγκο, τον προπονητή, σκέφτεται: "να κάνω σήμα ότι θέλω αλλαγή/ απαλλαγή ή θα είναι ιεροσυλία και ασέβεια;".

Εντάξει, ας καθήσουμε ακόμα λίγο μέσα, ίσως αν γίνουμε τελείως αντιπαραγωγικοι και εμπόδιο στην επιτυχία της ομάδας, να το καταλάβει η κερκίδα και να αρχίσει να φωνάζει εν χορώ (προς τον προπονητή) :  "Βγαλ'τον ρε το μαλακα! Τι τον κρατάς μέσα; Δε βλέπεις που σέρνεται;"

Κι εσύ να παρακαλάς, να καταλάβει ο κοουτς ότι ήρθε η ώρα, δεν είναι έλλειψη σεβασμού, είναι απλά η ώρα. Μη χάσει το Τάϊμινγκ και γίνει κάνα τραγικό λάθος, τώρα λίγο πριν το τέλος. Βγαλ'τον! Αλλιώς θα πέσει μόνος του πάνω στην κόκκινη κάρτα. Μην τον αφήσεις να σέρνεται στο χορτάρι, να μην τον πάρουν σε φορείο, βγάλε τον τώρα που ακόμα περπατάει λεβεντικα,  με καμμένα γόνατα αλλά όχι οσφυοκαμπτικά. Ίσως να πάρει και κάνα χειροκρότημα. Όχι ότι το ζητάει. Αλλά σίγουρα θα χειροκροτήσει κι αυτός πίσω  στον κόσμο, που τον είδε, όλον τον καιρό, που τον ανέχτηκε και στο τέλος το λύτρωσε . 

Μια αναμνηστική φωτογραφία; Ένα αυτόγραφο ίσως;

Μπααα! Για ποιο λόγο; 

Την αποστολή μου απλά εκπλήρωσα. 

O Nesbø έπαθε Schirach!

Ich lese gerade die "Eifersucht" vom Jø Nesbø und bin wieder fasziniert.
Fun Fact: das Buch hab ich seit 2, 3 Jahren, kann mich nicht so genau erinnern (ich hätte natürlich die Amazon Konto Daten aufrufen können, warum aber eigentlich?).

Αλλά γιατί γράφω στα γερμανικά; warum eigentlich? Αφού άρχισα με ελληνικό τίτλο. Δεν κατάλαβα! 
Ε αυτό, έπαθε κι ο Νεσμπο! 
Ξεκίνησε να γράφει τα δικά του και κάπου άρχισε να βλέπει τις μικρές ιστορίες που έγραφε κι ο Σιραχ στη τριλογία του.
Δηλαδή έγραψε μια κριμι -Νουβελα, η πλοκή εξελίσεται στην Ελλάδα και μετά -ισως του είπε ο εκδότης- πρέπει να πιάσει τις 500 σελίδες για να βγει παχύ το βιβλίο, οπότε κάθισε κι έγραψε διηγήματα.
Που μου θύμισαν παρά πολύ το Γερμανό. Διηγήματα παράφορου πάθους, αλλά και ψυχρής υπολογιστικής εγκληματικότητας από υπεράνω υποψίας πολίτες. Αθώες κυριουλες και απλές γυναίκες της συνοικίας να δηλητηριάζουν με υγρό σε μάσκα προσώπου ή να καρφώνουν στιλέτα σε μεγάλα αγγεία του σώματος. 
Ο Σιραχ λέει ότι εμπνέεται από τη δράση του στις δικαστικές αίθουσες του Moabit, του ιστορικότερου Δικαστηρίου Εγκλημάτων της Γερμανίας και το μεγαλύτερο Ποινικό της Ευρώπης. Καταλαβαίνει κανείς τι έχει περάσει από κει μέσα!!! 
"Έγκλημα", "Ενοχή" και "Τιμωρία" ήταν η τριλογία που τον έκανε διάσημο, μοντέρνο Ντοστογιέφσκι. Μόνο που ο δικός του Ρασκόλνικωφ δεν είναι ένας, είναι πολλοί και προέρχονται τόσο από τα ανώτερα στρώματα, αλλά και από τη χειρότερη/κατώτερη πλευρά της ανθρώπινης κοινωνίας. Μιλάει για υποθέσεις τόσο του Υποκόσμου, όσο και της Καλής Κοινωνίας, τα μεσοαστικά στρώματα και τα πάθη τους.
Γράφει κοφτά, λιτά, κάθε λέξη όμως πονάει και τρυπάει τα πλευρά. Σαν τα στιλέτα των γιαγιάδων, που δεν τα αντιλαμβάνεται κανείς, παρά μόνο όταν έχεις χάσει 3 λίτρα από το σπλήνα. Ο Σιραχ είδε το Τέρας, την Άβυσσο, σηκώθηκε κι έφυγε. Κι άρχισε να γράφει. Μικρά διηγήματα,μικρές και πολυποίκιλες  θανατηφόρες ιστορίες. Οι Γερμανοί τα λένε εξαγγλισμενα, έτσι ακριβώς, Stories. Für die Historie, για την Ιστορία, που θα λέγαμε στην Ελλάδα, ο τύπος έχει και παρελθόν, αλλά έχω ξανααναφερθεί εκτενώς, να μην τα ξαναλέμε.

Πάμε τώρα στο Νεσμπο. Ο οποίος μου φαίνεται ότι πρέπει να διάβασε , να ασχολήθηκε και ίσως να αντέγραψε ένα κάποιο στυλ. Να πήρε τα στοιχεία που του ταιριάζουν και να τα προσάρμοσε στο δικό του νορβηγικό, επίσης σχετικά εύκολα αναγνωρίσιμο στυλ.
Μέχρις εδώ, ουδέν μεμπτό. 
Αλλά έχει ενδιαφέρον, αν είναι πράγματι έτσι, πόσο ίδια σκέφτονται αυτά τα μυαλά, πόσο αναγνωρίζουν τι αρέσει στο κοινό. Αν είχε επιτυχία ο Γερμανός, γιατί να μην επηρεαστεί κι ο Νορβηγός; Ο οποίος ήταν ήδη επιτυχημένος, αλλά ίσως να είχε λίγο στερέψει σε έμπνευση. Ίσως να ήθελε να γράψει κάπως διαφορετικά. Μόνο αυτός ξέρει! 
Στο άλλο επίπεδο, το κοινωνικό, είναι κι αυτή η άτιμη collective Memory, που ενώνει πνευματικά και βιωματικά τους ανθρώπους. Έτσι φαίνεται να εξελίχθηκαν παράλληλα γλώσσες και γνώσεις, τόσο στην Κίνα του 1000πχ όσο και στην Αίγυπτο ή στην Κεντρική Αμερική, χωρίς απαραίτητα να ξέρουν ο ένας την ύπαρξη του άλλου πολιτισμού. Είναι πιθανόν δηλαδή, ο Νεσμπο να μην έχει καν ακούσει το όνομα Ferdinand von Schirach και όμως να αισθάνθηκε να γράψει όπως εκείνος. Η φαιά ουσία αλλά και οι βαθύτερες δομές που επικοινωνούν μη λεκτικά, μη κατανοητά, σε ενεργειακό level, ίσως υπάρχουν υπερκόσμια και στην τελική αυτό το κολοσσιαίο δίκτυο των συνάψεων, επικοινωνεί με τα πάντα. 
Και είτε ο Νεσμπο έπαθε Σιραχ, είτε ο Σιραχ πρόλαβε να γράψει πιο πριν αυτά που θα έγραφε έτσι κι αλλιώς ο Νεσμπο, η ουσία είναι μια: δεν υπάρχει ανυπαρξία. 

Μαλακία; Δεν σας άρεσε; Ε καλά! Δεν μπορούμε πια κι όλοι να είμαστε μέτοχοι της παγκόσμιας συλλεκτικής Γνώσης και Μνήμης. Κάποιοι ακούν και Τέιλορ Σουίφτ ή Οικονομόπουλο. Τι να κάνουμε; Τα έχει αυτά η Πολυπολιτισμικότητα και η Παγκοσμιοποίηση.


Geprägt

Das Emotionale bringt nichts bei Situationen, worin der Käse gegessen ist.

Man könnte sich somit ausreden, tja "die Höhle, das sind die Anderen" oder "sie/er/Alle andere haben mein Leben ruiniert " oder "ich war es nicht! Was kann ich dafür?".

Wir sind geprägt von eigenen bloßen Interpretationen unserer Erlebnisse. Die Option früher war zweierlei, entweder fight or flight. Die Psychologen zusammen mit Profilers und Opferhilfe-Experten (zum Beispiel Vergewaltigungsopfer) in den '90 haben eine dritte Art der Reaktion, das "Freeze", Starr, Totstellung, wie in der Natur.  Mittlerweile gibt es das "Fawn" und weiß der Geier, was noch folgt. 

Jedenfalls ist kein Verlass auf unsere Reaktionen, denn sie sind unberechenbar. Genauso wie unsere Entscheidungen und deren Folgen. Der Mensch unterliegt des Intellektes der anderen Planetmitbewohner, überschätzt sich maßlos und wird gleich aussterben. 
Stirbt er aus , wie ein anständiges Wesen? Als ob er wusste dass so viel Mist gebaut habe und sein Ende die logische Konsequenz sei?
Nein, natürlich nicht. "Er war es nicht, was kann er dafür?". Die Anderen. Vom Anfang an, egal Kain oder Abel, Affe gegen Affe, Auge um Auge, Zahn um Zahn.

Alle vom Gewalt geprägt. Gewalt und Reflexen. 

Achten und verachten

 Die deutsche Variation des Sarkasmus hab ich seit 2012 (oder 2013/2014, im Jahr 2012 war ich noch sehr naiv!) gut gelernt und umgesetzt. Anscheinend war mein griechischer Σαρκασμός anders, musste angepasst werden, nach den Sitten und Gebräuchen der Einheimischen.

Man nennt es hierzulande, er sei "eingedeutscht", ein Mensch, sowie die Wörter. Prinzipiell unter einer Eindeutschung versteht man die Angleichung der Schreibung von Fremdwörtern an die deutsche Laut-Buchstaben-Zuordnung, allerdings trifft es auch die Menschen. 

Zurück zu der deutschen  Interpretation des Sarkasmus, "mir is nicht zu helfen", "Unkraut vergeht nicht", "schlechten Menschen geht es immer gut " und so weiter.

Es sind Menschen, die auf alles achten, die aufpassen, die ein offenes Ohr (sogenanntes Appellohr) und ein aufgerissenes Auge besitzen. Man kann alles einsaugen und nichts rausspucken, er zerfleischt sich selbst. Andere filtrieren die Sachen, rein-raus, ohne großartige Bearbeitung, ohne zu fackeln.  

Die meisten sehen und achten auf das Minimum, das egozentrisch gebundene Notwendige. Wie ein Überlebensreflex, wie das Atmen. 

Atmen, lernt man beim Yoga, ist passiv und nicht förderlich. Das Wachsame Einatmen/Ausatmen, mit dem gewissen Muster, die Pranayamas, die bekannte Atemübungen, sind alles was das wahrgenommene Dasein hilft, um die Umgebung leichter und entspannter zu gestalten bzw synthetisieren.

Und genauso wie beim chaotischen Atmen und konzentriert Luft einholen, wirkt in einer sakra/sarka Art und Weise das Achten und Missachten, das Essen und das Zerfleischen, das zufällige Riechen und das vollbewusst Einsaugen.

 Missachtung, "don't give a fuck" ist die neutrale Variante von Ignoranz, des Egoismus, andererseits enthält die Verachtung eine aktive, eine bewusste Entscheidung des Herabsehens, der Demütigung der Anderen, der Umgebung. 

Obacht gibt man, (muss man geben), wenn die Sorgen eskalieren, wenn die Warnzeichen dafür indizieren. Acht. Achtung. Betrachten und achten, Missachtung und Verachtung. 

Gerade fällt mir das Wort Άχτι ein, arabisch ahd, nachfolgend auf türkisch ahid, Eid, Versprechen. Irrelevant? Möglicherweise.

Alles zu beachten, nichts für notwendig zu erachten . .. nach Nichts zu trachten.

O Astor κι ο Μάνος

     Παλιές ιστορίες, τι νόημα έχουν; Θα πείτε! 

Επειδή έχω καλή διάθεση, δε θα σας βρίσω, αλλά θα συνεισφέρω κι εγώ στη συλλογική ιντερνετική μνήμη ένα λιθαράκι ιστορίας, μια μικρή στιγμή στο μικρό κόσμο. Επειδή

ως γνωστόν, οι γέροι άνθρωποι ψοφάνε για  Gaslighting, μόνο που παλιά δεν το λέγανε έτσι. Απλά έλεγαν, "κάθησε να σου πω μια ιστορία....."


Μια φορά κι έναν καιρό τηλεφωνηθηκαν μέσω των ατζεντηδων και των εταιρειών τους ένας Μάνος, "ο" Μάνος κι ένας Άστορ, "ο" Άστορ. Θα μιλήσω κάποια στιγμή για την Vera Brandes, σημαντική φιγούρα στον κόσμο των παραγωγών.

Ο Μάνος κάλεσε για πρώτη φορά επίσημα τον Άστορ το 1981, να έρθει να παίξει στο φεστιβάλ Μουσικός Αυγουστος. Έπαιξαν μαζί τα τρία Τάνγκο, το Κοντσέρτο για μπαντονεόν και το Αντιός Νονίνο), όλα αυτά παίχτηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα στο Ηράκλειο τότε, ήταν σαν να το σύστησε στο κοινό του ο Μάνος.

Οι πιο πολλοί -υποψιασμενοι-ακροατές, λέει ο Μίνως Αργυράκης είχαν πάθει ντελίριο με την εμφάνιση των δύο.

Μετά από κάποια χρόνια , στην ουσία και οι δύο ήταν στο λυκόφως τους-για την ακρίβεια τον Ιούλη του 1990, ξανακαλεσε ο Μάνος τον Άστορ, σε Ηρώδειο και Πάτρα, να παίξουν -περιεργως- ακριβώς τα ίδια κομμάτια με την Ορχήστρα των Χρωμάτων.


(Την ορχήστρα των Χρωμάτων την είδα στην Κατερίνη, στους Ευκαρπιδη, που λέγαμε -ακριβης χρόνια δε θυμάμαι, είτε 88 είτε 89. Αλλά ήταν μαζί Μίκης -Μανος. Τότε δεν είχα εντυπωσιαστεί, τώρα που το σκέφτομαι, λέω μέσα μου, "τι είδαμε και χαμπάρι δεν πήραμε")


Ξανά στο 1990, Φεστιβάλ στο Ηρώδειο. Αρκετά καταπονημένοι, γέροι και οι δύο, αλλά αγέραστοι ψυχικά, φτιάχνουν έναν κόσμο μουσικής, που δε θα ξανάρθει. Πρέπει κάπου να ηχογραφήθηκε αυτή η συναυλία, γιατί έτυχε να είναι και η τελευταία ζωντανή παράσταση του Άστορ. Τον επόμενο μήνα αρρωσταίνει βαρειά (πνευμονία, νομίζω!) στο Παρίσι και....τέλος, αυτό ήταν. Πέθανε το 1992. Ο Μάνος συνέχισε ακόμα λίγο, αλλά κι αυτός έπνεε λοίσθια. Ένα καλοκαίρι του 94 αποβιώνει από πνευμονικό οίδημα. 

Θυμάμαι που διάβαζα τις επικεφαλίδες σε ένα περίπτερο, (Αντιγονιδών ήταν;) και βρέθηκα με τον Παναγιώτη τον Ταρενιδη και μου είπε "Ε, ναι, βαρειά αριστερή καρδιακή ανεπάρκεια" !! Χάσαμε το Μάνο, από μια μπαναλ αριστερή ανεπάρκεια. Και του είπα "λογικό, αφού ήταν δεξιός"........ Τέτοιοι ήμασταν πριν 30 χρόνια. Αστείοι.


The last concert λέγεται το CD, το βρήκα στο Ίντερνετ, αν το πετύχω σε κάνα eBay, θα το παραγγείλω. Ιστορική αξία. Μιλάω και γράφω για "Μάνο" και "Άστορ", σαν να είναι φιλαράκια ή τα παιδάκια της παρέας. Αλλά δεν είναι έτσι.

Αυτοί είναι Μύθοι, θρύλοι, άνθρωποι, Καλλιτέχνες, Μουσικοί, Δημιουργοί, θεϊκές φιγούρες στα μάτια μου. Έγραψαν Έπη, Κονσέρτα, Τζοκοντες και Λιμπερτανγκο, τραγούδια και χορούς, 4/4 και 3/4. Ρυθμικά μέρη, αρρυθμα μέρη. Αρμονικά και δυσαρμονικά κομμάτια. Στηρίχτηκαν και οι δύο πάρα πολύ στους κλασσικούς, στις φούγκες και αντιστίξεις, στις διαφωνίες (με την ερμηνεία όχι της διαφωνίας σε μια συζήτηση, αλλά της διαφωνικής λύσης των συγχορδιών, της διαφώνησης, Missklang Dissonanz, που λένε οι Γερμανοί) , αλλά ήθελαν και τις γλυκείς αρμονίες, μια μελωδική φωνή, μια χορευτική μουσική. Η κίνηση ήταν πάντα μέσα τους.

Όσον αφορά βέβαια το Τανγκό του Άστορ, έγραψε ο Μάνος στο περιοδικό "Τέταρτο" :

" Πρέπει να ξεχάσουμε τη μεσοπολεμική επεξεργασία του τάνγκο στην Ευρώπη με το αισθηματικό περιεχόμενο και με τη μελοδραματική του φόρτιση από ταινίες του ομιλούντος εκείνου του καιρού, για να ξαναβρούμε το γνήσιο αίσθημα που περιέχει το μοναδικό αυτό είδος μουσικής έκφρασης της Αργεντινής.

Το τάνγκο είναι ο κόσμος που φεύγει έτσι όπως ήρθε. Με πάθος για να φορέσει μια στολή, να αγαπήσει μια γυναίκα ή ένα παιδί, να ξυριστεί ή να χτενιστεί με επιμέλεια και να πεθάνει δημοσία δαπάνη.

Κι όλα σε 4/4. Στον ρυθμό του τάνγκο».

Εντάξει, τι να λέμε; Μάνος. 100%


Για το τέλος,  η Αφίσα της  Συναυλίας.


Όχι μελοδραματισμοί, δεν έχουν νόημα. Οι μνήμες, όσο αντέχουν, αυτές είναι τώρα ο μοχλός της σκέψης.

Αλλά εσύ, καλέ μου άνθρωπε του 2024, βάλε στο Spotify, ή οποία πλατφόρμα έχεις, και άκουσε το κονσέρτο για Μπαντονεόν. 

Εγώ έχω το πρωτότυπο CD, με διεύθυνση το Lalo Chiffrin. Αν και το έχω ακούσει ζωντανά κι από το Galliano. 

Καληνύχτα κι όσοι κατάλαβαν, .... κατάλαβαν.