Τρίτη 31 Μαΐου 2011

Η απάθεια ως επιπλοκή

Σταλμένο από κάτι φίλους στα εξωτερικά......

Όταν το 1937 ο Γερμανός πάστορας Martin Niemoller (Μάρτιν Νίμελερ), έγραφε ένα ποίημα, όπου περιέγραφε τις συνέπειες τής «απάθειας» του για τα όσα διαδραματίζονταν στην Ναζιστική Γερμανία, αμφιβάλω εάν καταλάβαινε ότι στην ουσία περιέγραφε «Το σύνδρομο του Θεατή» και τη διαχρονικά γενικευμένη απόδοσή του σε όλες τις μορφές του κοινωνικού και πολιτικού βίου.

Περιέγραφε βιωματικά ο Martin Niemoller:

"Στη Γερμανία οι ναζιστές πρώτα ήρθαν για τους κομμουνιστές κι εγώ δεν μίλησα γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής.
Μετά ήρθαν για τους Εβραίους κι εγώ δεν μίλησα γιατί δεν ήμουν Εβραίος.
Μετά ήρθαν για τους συνδικαλιστές κι εγώ δεν μίλησα γιατί δεν ήμουν συνδικαλιστής.
Μετά ήρθαν για τους καθολικούς, εγώ ήμουν προτεστάντης και γι' αυτό δε μίλησα.
Μετά ήρθαν για μένα, αλλά τότε δεν είχε μείνει πια κανείς, να μιλήσει για κανέναν."


Σήμερα, παραφρασμένο θα μπορούσε να αποδοθεί, για όσα διαδραματίζονται στη χώρα μας:
«Πρώτα ήρθαν για τους stagers κι εγώ δεν μίλησα γιατί δεν ήμουν stager.
Έπειτα ήρθαν για τους συνταξιούχους κι εγώ δεν μίλησα γιατί δεν ήμουν συνταξιούχος.
Κατόπιν ήρθαν για τους δημοσίους υπαλλήλους κι εγώ δεν μίλησα γιατί δεν ήμουν δημόσιος υπάλληλος.
Στη συνέχεια ήρθαν για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους και πάλι εγώ δεν μίλησα γιατί δεν ήμουν ιδιωτικός υπάλληλος.
Μετά ήρθαν για μένα, αλλά τότε πια, δεν είχε απομείνει κανείς για να μιλήσει.»


Αλλά το ίδιο παραφρασμένο θα μπορούσε να αποδοθεί, από τον κάθε Ευρωπαίο:

"Πρώτα ήρθαν για την Ελλάδα και εγώ δεν μίλησα, γιατί δεν ήμουν Έλληνας.
Έπειτα ήρθαν για την Ιρλανδία κι εγώ δεν μίλησα, γιατί δεν ήμουν Ιρλανδός.
Μετά ήρθαν για την Πορτογαλία κι εγώ δεν μίλησα, γιατί δεν ήμουν Πορτογάλος.
Στη συνέχεια ήρθαν για την Ισπανία και την Ιταλία και πάλι δεν μίλησα, γιατί δεν ήμουν ούτε Ισπανός, ούτε Ιταλός.
Μετά ήρθαν για μένα, αλλά τότε πια, δεν είχε απομείνει κανείς για να μιλήσει".



Εγώ απλώς προσθέτω μια ωραία ιστορία σχετικά με την αλληλεγγύη, παλιά και κλασσική, που ξανάκουσα την Πέμπτη στο Λευκό Πύργο:

Σε μια φάρμα ζούσαν διάφορα ζώα και ο αγρότης με την οικογένειά του. Μια μέρα, έντρομο το ποντίκι τρέχει στην κότα και λέει : "Βρήκα μια ποντικοπαγίδα μες στο σπίτι". Η κότα αδιάφορη του λέει: "Και τι με νοιάζει εμένα, δεν είναι δικό μου το πρόβλημα". Πηγαίνει το ποντίκι μετά στο γουρούνι και του φωνάζει :"Βοήθα με ρε συ, υπάρχει μια φάκα μες στο σπίτι!". "Δε με αφορά το ζήτημα, δεν κινδυνεύω εγώ από τη φάκα, βρες τη λύση μόνος σου" λέει το γουρούνι αλλαζονικά. Τρέχοντας πάει στην αγελάδα: "Σε παρακαλώ, εσύ που είσαι μεγάλη και δυνατή, μπορείς να με βοηθήσεις με την ποντικοπαγίδα, που βρήκα μες στο σπίτι;;". Η αγελάδα με ύφος πλήρους αδιαφορίας, νωχελικά του απαντάει: "Δεν είναι δικό μου πρόβλημα, δε με αφορά η ψωρο-ποντικοπαγίδα σου, τράβα αλλού να ζητήσεις βοήθεια".
Έρχεται η κακιά η ώρα όμως και τη στιγμή που πιάνει η φάκα την ουρά ενός φιδιού, εκείνο γυρίζει και δαγκώνει τη γυναίκα του αγρότη. Πέφτει στο κρεβάτι άρρωστη βαριά, ο αγρότης φωνάζει το γιατρό και κείνος δίνει συνταγή για καλύτερη διατροφή. "Δηλαδή γιατρέ;;" ρωτάει ο αγρότης. "Αρχικά κοτόσουπα και μετά βλέπουμε" απαντάει ο γιατρός. Πάει ο αγρότης και σφάζει την κότα. Η γυναίκα όμως δε βελτιωνόταν. Τότε ο γιατρός πρότεινε χοιρινό. Σφάζει ο αγρότης το γουρούνι, αλλά παρ'όλα αυτά η γυναίκα πεθαίνει. Ο αγρότης για την κηδεία της γυναίκας του, καλεί όλο το χωριό. Τι να τον ταϊσει όμως τόσο κόσμο, πάει και σφάζει την αγελάδα, χορταίνουν όλοι οι άνθρωποι.
Το ποντικάκι παρακολουθούσε όλες τις σκηνές αμήχανο και μουδιασμένο. Έβλεπε όλα τα ζώα που του αρνήθηκαν τη βοήθεια να σφάζονται στο λεπτό και τη γυναίκα του αγρότη, που απ'ότι είχε μάθει αυτή είχε βάλει τη φάκα και αυτό που κινδύνευε αρχικά, να τη γλυτώνει και κανείς να μην του δίνει σημασία τελικά. Και μέσα στη θλίψη του, του ήρθε ένα μικρό σαρκαστικό χαμόγελο.........

Ποιος είναι το ποντικάκι, ποια είναι οι κότες, τα γουρούνια, οι αγελάδες, ποιο είναι το φίδι, ποια η γυναίκα του αγρότη, ποιος ο γιατρός, το αφήνω στην κρίση σας......

Υ.Σ. Τη μικρή αυτή ιστορία την είχαν στείλει και κάτι παιδάκια ενός Δημοτικού. στα Χανιά νομίζω, ως συμπαράσταση στους 300 απεργούς πείνας στην Αθήνα

(Σύγχρονος) Καβάφης

Μια φίλη μου έστειλε κάτι από το antinews.gr, παραφρασμένα ποιήματα του Καβάφη, στοχευμένα σε αυτόν που "θα προχωρήσει μπροστά αγνοώντας το πολιτικό κόστος"

Απολείπειν ο θεός Γεώργιον (κατά κόσμον ΓΑΠ)
Σαν άξαφνα, ώρα μεσάνυχτα, ακουστεί
ένα ελικόπτερο πάνω απ τις στέγες να περνά,
με θόρυβο απαίσιο και με στριγγές φρουρών να προσεγγίζει,
Την τύχη σου, αχρείαστη πια,
Τα έργα σου που πέτυχαν την προδοσία,
Τα σχέδια των Χειριστών
που τά έκανες όλα πράξη, σκέψου…
και μη ανωφέλετα, με ανακούφιση πως γλύτωσες, στενάξεις!
*
Προπάντων να μη ξεχαστείς,
Μη το πιστέψεις καν, πως θα γλυτώσεις,
Μάταιες ελπίδες πως τα κατάφερες,
μη καν, σκεφτείς πως έχεις!
*
Σαν έτοιμος από καιρό, σαν το θαρσσίμι,
που δεν του ταίριαζε, μα αξιώθηκε μια τέτοια χώρα
Τρέξε όσο πιο γρήγορα μπορείς σε μια ταράτσα!
Να το προλάβεις το φευγιό, χωρίς μια σκέψη…
Και μη σταθείς να τα ακούσεις των υπηκόων σου τα μπενελίκια!!
Τσακίσου ν΄ ανεβείς και να χαθείς μες΄ τα σκοτάδια
Μπα και γλυτώσεις!!!
Γιατι εκεί θα στέκονται…
μα με ντουφέκια παλιακά, μα με σφεντόνες, μα με γιαούρτια!
Τα ελικόπτερα των μυστικών συμμάχων σου θαναι καλό σημάδι!
Δεν θα σ΄ αφήσουν εύκολα, αυτή την Χωρα να εγκαταλείψεις
κι ατιμώρητα, μ΄ ενα ελικόπτερο να την αφήσεις!
Σπεύσε κι αποχαιρέτα την των Αθηνών την πόλη, όσο προφτάνεις!





Ηγεμών εκ Βορείου Αμερικής ή Δυτικής Λιβύης
Άρεσε γενικώς στην Αλεξάνδρεια,
τες δέκα μέρες που διέμεινεν αυτού,
ο ηγεμών εκ Βορείου Αμερικής
Γεώργιος, υιός του Ανδρέα….
Ως τ’ όνομά του,
κ’ η περιβολή, κοσμίως, ελληνική.
δέχονταν ευχαρίστως τες τιμές,
αλλά δεν τες επιζητούσεν·
ήταν μετριόφρων.
Αγόραζε βιβλία ελληνικά και λάπτοπ
ιδίως ιστορικά και φιλοσοφικά. και γκάζετς
Προ πάντων δε άνθρωπος λιγομίλητος.
Θάταν βαθύς στες σκέψεις, διεδίδετο,
κ’ οι τέτοιοι τόχουν φυσικό να μη μιλούν πολλά.
…ιδίως στες παραμονές των εκλογών
…Μη και σκορπίσουν την καρδάρα…
Μήτε βαθύς στες σκέψεις ήταν, μήτε τίποτε.
Ένας τυχαίος, αστείος άνθρωπος.
Πήρε όνομα ελληνικό,
ντύθηκε σαν τους Έλληνας,
χόρεψε σαν Έλληνας
έμαθ’ επάνω, κάτω σαν τους Έλληνας να φέρεται
κ’ έτρεμεν η ψυχή του μη τυχόν χαλάσει
την καλούτσικην εντύπωσι
μιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά,
κ’ οι Αλεξανδρινοί τον πάρουν στο ψιλό,
ως είναι το συνήθειο τους, οι απαίσιοι.
*
Γι’ αυτό και περιορίζονταν σε λίγες λέξεις,
προσέχοντας με δέος τες κλίσεις και την προφορά·
κ’ έπληττεν ουκ ολίγον
έχοντας κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του.



Εγώ από τη μεριά μου, δεν ήθελα να εκτονωθώ στο κακόμοιρο αυτό παιδί, που η μοίρα και η Λέσχη το έριξαν στις κακοτοπιές αυτές.
Με 3-4 λεξούλες, αλλάζουν νόημα και τα τείχη

Τείχη (ή γαμώ την τύχη μου)
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κι υψηλά τριγύρω μου έκτισαν χρέη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει, τις να πταίει;

διότι πράγματα πολλά να κάμω δεν είχον.
Ά όταν έκτιζαν τα χρέη, επιθυμών κι εγώ να κλέψω.

Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον τραπεζών ή ήχον.
Ενσυνειδήτως μ’ έκλεισαν απο την Ευρώπη έξω.

Δευτέρα 30 Μαΐου 2011

Αηδιασμένος παρά αγανακτισμένος

Την εβδομάδα που μας πέρασε συμμετείχα, μόνος αλλά και μαζί με τα παιδιά μου, σε αυτό που ονομάστηκε "εκδήλωση του κινήματος των αγανακτισμένων. Την πρώτη φορά πήγα μόνος, δεν είχα ούτε άνθρωπο να μιλήσω, αλλά βρήκα πολλούς σαν κι εμένα. Διάχυτα υπήρχε η αίσθηση ότι δεν πρόκειται να βγει τίποτε με συνδικάτα και "οργανωμένες" απεργίες, με κομματοκρατούμενες δημοσιοϋπαλληλικές νοοτροπίες, που χύνουν τώρα κροκοδείλια δάκρυα για τις αποκρατικοποιήσεις. Πρέπει να βρεθεί η λύση έξω από κόμματα και ταμπέλες. Μιλούσαν πολλοί, νέοι, γέροι και παιδιά. Κάθησα πολύ γιατί δεν είχα ξαναδεί κάτι αντίστοιχο. Όπως σε όλους μου είχε κακοφανεί, που έπρεπε να "μας την πουν" οι Ισπανοί για να βγούμε και να αντιδράσουμε (θα μου πεις κατόπιν εορτής και μνημονίου), αλλά έστω κι έτσι, έστω κι αργά.
Τη δεύτερη μέρα είπα "αυτό δεν πρέπει να το χάσουν τα πιτσιρίκια μου. Για τη γυναίκα μου γνωρίζω τις θέσεις της, σεβαστές, αλλά τα παιδιά πρέπει να έχουν το δικαίωμα να δουν, να διαμορφώσουν γνώμη και μετά ας τα απορρίψουν αν θέλουν". Τους πήρα λοιπόν μαζί μου, αφού κάναμε την κλασσική ποδηλατάδα στη Παραλία, πήγαμε, πήραμε τα σαντουιτσάκια από την καντίνα (με τις οποίες έγινε κι ένας "ψιλο"-τσαμπουκάς, γιατί δεν έφευγαν και εμπόδιζαν τον κόσμο) και καθήσαμε κάτω. Κι όπως άρχισαν τα συνθήματα, οι μούτζες αλα ΜαυροΓιαλούρο, οι κουβέντες από τον τηλεβόα, άρχισαν να πέφτουν και οι ερωτήσεις. Και παράλληλα, ακούγοντας τους ανθρώπους να μιλάνε και να λένε τους καημούς τους, κάναμε κι εμείς τη δική μας συζήτηση.
Μίλησε ένα κορίτσι που μόλις είχε δώσει εξετάσεις, με τρομερό άγχος κι αγωνία και περιμένει βαθμούς για να μπει σε ένα Πανεπιστήμιο, που αυτή τη στιγμή μοιράζει φυλλάδια για τη χρεωκοπία του και το ότι δεν μπορεί να συνεχίσει τη λειτουργία του λόγω υποχρηματοδότησης. Δε βλέπει μέλλον, έλεγε και η τρακαρισμένη φωνή της τρεμόπαιζε κι έδειχνε ότι δεν ήταν συνηθισμένη να μιλάει σε πολύ κόσμο, αλλά έβγαζε ένα τσαγανό, εκείνου που δε φαίνεται να έχει χάσει κάτι.
Μίλησε ένας παππούς, που κι αυτός σχεδόν κλαίγοντας, μας είπε για την Κατοχή και τα δεινά της χώρας του, αλλά λέει "ακόμα και στην πείνα, το μόνο που μας είχε απομείνει ήταν η αξιοπρέπεια μας. Τώρα τους το δίνουμε κι αυτό" Επαναλαμβάνω δεν είπε μας το παίρνουν, τους το δίνουμε.
Μια γυναίκα υπάλληλος του ΟΛΘ, εξήγησε για τα αποθεματικά και για τα 72 εκατομύρια που θα μπουν, άμεσα, στην τσέπη όποιου επενδυτή  ενδιαφερθεί, χωρίς ουσιαστικό αντίκρυσμα απο αυτόν, απλώς έναν διακανονισμό με εγγυητικές. Κανονικό ξεπούλημα, δηλαδή, χωρίς το κράτος να περιμένει σημαντικά έσοδα. Μας θύμησε ότι η αξία του Λιμανιού ξεπερνάει τα 400 εκατομύρια. Υπόψην μιλάμε για το Λιμάνι της Σαλονίκης, για το οποίο οι Γάλλοι επί Α'ΠΠ μας έβαλαν σε Διχασμό και οι Οθωμανοί κρατούσαν διακαώς λόγω της τεράστιας εμπορικής του αξίας κι εξαιτίας του, η Θεσσαλονίκη ποτέ δεν ξέπεσε, ποτέ δεν έγινε χωριό (σαν την Αθήνα του 1600).
Μίλησε μια ψυχολόγος του Θεαγενείου και μας είπε για το κόλπα των εργολάβων με τις διοικήσεις των νοσοκομείων, ένας κύριος, που πρότεινε "λαϊκές μετοχοποιήσεις των ΔΕΚΟ", με παραδείγματα χώρες της Λατινικής Αμερικής, είπε να μη χειροκροτήσουμε αν δε συμφωνούμε, να τον ακούσουμε πρώτα, μας κούρασε η αλήθεια λίγο, αλλά είχε το χρόνο του.
Ένας 45χρονος πωλητής, άνεργος, μας πρότεινε να πούμε όλοι μαζί τον Εθνικό Ύμνο, του φωνάξαμε "ΌΧΙ", δεν πειράζει, είπε αυτός. Μια κυρία, δασκάλα, με άντρα άνεργο, ιδιωτικό υπάλληλο, έλεγε να κυριαρχήσουν το Σάββατο και την Κυριακή οι μανάδες με τα καρότσια, τα μωρά και τα παιδάκια τους, να φωνάξουν για την κατάντια που θα παραδώσουν σε αυτά τα μικρά που δε φταίνε και σε τίποτα τελικά....

Και οι δικοί μου;; Με ψόφησαν στις ερωτήσεις! Ήταν πολύ για αυτούς, αυτό που γινόταν, μεγάλο και δυνατό συγκινησιακά, κι όμως αντέδρασαν καλύτερα απ΄'ότι περίμενα. Ούτε σα μικρομέγαλοι, αλλά ούτε και τελείως ανώριμοι, ούτε σα χαζόχαζα νηπιάκια. Κάποια στιγμή πήγε να χειροκροτήσει ο μεγάλος και το ρώτησα "άκουσες τι είπε;", μου είπε "όχι", "τότε γιατί χειροκροτάς;" του είπα. Και καθόταν και σκεφτόταν. Είμασταν καθισμένοι στις πλάκες γύρω από τον Πύργο και φωνάζαμε "δε σε θέλει ο λαός, ελικόπτερο και μπρος". Και με ρωτάει ο μικρός: "Δηλαδή μπαμπά θα γίνουμε σαν τη Λιβύη;;;;!!!". Η Αίγυπτος δεν του έκανε εντύπωση, και γιατί δεν την πολυπήρε χαμπάρι και γιατί έγινε λιγότερο θορυβώδικα από τη γείτονα χώρα, όπου οι βομβαρδισμοί και ο πόλεμος εκεί, τον αναστάτωσαν περισσότερο. Και ενώ αρχικά νόμιζα ότι δεν πρέπει να ενημερώνονται και πολύ τα παιδιά, για το φόβο μήπως να πάρουν τα λάθος μηνύματα, τώρα διαπίστωνα ότι πολύ απλά "δεν μπορείς να κρυφτείς από τα παιδιά, γιατί απλώς τα ξέρουν όλα". Ο μεγάλος ρωτούσε "Γιατί φωνάζουμε μπαμπά;;" "Για να μας ακούσουν" "Και μας ακούν, μπαμπά;;;", "Όχι" του λέω (!!!!).
"Κι αφού μπαμπά, αυτοί οι Παπανδρέου, δε μας ακούν και δε θέλουν να φύγουν, πώς πρέπει να τους διώξουμε;;;;; Με τανκς;;;;;;". Εγώ βέβαια ήρεμα, όσο μπορούσα,του είπα: "Όχι αγόρι μου , όχι πάλι τανκς!"
Το χειρότερο κι αυτό μου έκανε σχεδόν να κλάψω, αλλά ντράπηκα μπρος σε τόσο κόσμο και ειδικά μπρος στα παιδιά μου ήταν όταν μου ζητούσαν επίμονα να πάω κι εγώ να μιλήσω. "Να πας κι εσύ μπαμπά, να τους τα πεις" έλεγε ο μικρός. Και εγώ δικαιολογούμουν ότι δεν είχα πού να τους αφήσω και τέτοια, και ενώ ο μεγάλος έλεγε "δεν είμαστε μικροί, μπαμπά, εδώ θα είμαστε, θα σε βλέπουμε", ο μικρός έλεγε "θα έρθουμε και εμείς μαζί σου, μπαμπά, να μιλήσουμε κι εμείς". (Από τα λίγα που έχω καταλάβει για τα παιδιά μου είναι ότι ενώ ο μεγάλος έχεις τις γνώσεις και την μαθησιακή υπεροχή, ο μικρός διαθέτει καλύτερη κοινωνική ωριμότητα, ευρύτερη αντίληψη του περιβάλλοντος, στα γενικά πλαίσια). "Τι θα τους πεις, ρε μικρέ;;" (χρησιμοποιώ το "μικρέ" και το "μεγάλε", μόνο στο ιστολόγιο χάριν ανωνυμίας και διακριτικότητας, στην κανονική ζωή τους φωνάζω προφανώς με τα κανονικά τους ονόματα). "Θα τους πω για τον κύριο Άκη, το γυμναστή που του μείωσαν το μισθό και αυτός δε συμφώνησε κι έφυγε!!!".  Με λίγα λόγια, ο κόσμος το έχει τούμπανο κι εμείς κρυφό καμάρι. Τα παιδιά μεταξύ τους, σε κάποιες στιγμές, συζητούν για αυτά που βλέπουν και δεν καταννοούν. Κι ακριβώς σαν παιδιά ξεχνιούνται και συνεχίζουν.
Φυσικά και τα δικά μου, κάποια στιγμή κουράστηκαν, πιάστηκε ο απαυτός τους, φύγαμε. Όταν όμως γυρίσαμε πίσω και ουσιαστικά "μαϊμουδίζανε" τα συνθήματα, κάτι με πείραξε. Μήπως είμαι υπερβολικός;; Μήπως ζητάω πολλά;;; Μήπως από κάποια απόσταση αν δεις τα πράγματα, όλα ρέπουν στο οπαδιλίκι;;
Κι ακόμα περαιτέρω, οι απορίες μου είναι πολλές και αναπάντητες φοβάμαι. Πώς γίνεται να οργανωθεί μια ανεξέλεγκτη, εκ φύσεως και εξ αριθμών, δύναμη και να ταξινομηθεί, τρόπον τινά σε αυτοδιάθεση;;; Και μάλιστα αυτό να γίνει έξω από θεσμούς, που εγκαθιδρύθηκαν ακριβώς για να προασπίσουν την ίδια τη δημοκρατία, που ταυτόχρονα απειλείται από αυτούς τους θεσμούς;;; Το αυγό της κότας (κι όχι του φιδιού) πρέπει πάλι να βγει κότα για να κάνει αυγό. Ο ψηφοφόρος πρέπει να εκλέξει πολιτευτή που θα ψηφίσει και θα στηρίξει τον ψηφοφόρο, ώστε αυτός να τον ξαναψηφίσει. Έτσι μάθαμε τόσα χρόνια. Τώρα, δεν είμαι σίγουρος αν στα μυαλά των περισσοτέρων που φωνάζουν "Να φύγουν όλοι!", υπάρχει η σιγουριά του "Και μετά τι;;". Όσο κι αν φαινόμαστε έτοιμοι για συμμετοχικές δημοκρατικές διαδικασίες, στυλ ομάδες περιφρούρησης ή ενημέρωσης για το κίνημα αυτό, δεν νομίζω ότι υπάρχει η κατάλληλη μαγιά να μας φουσκώσει. Δε βρίσκω τη συνεκτική αυτή κόλλα, που θα μας κάνει να πούμε "απεταξάμην το μαζί τα φάγαμε" και θα ενωθούμε στον κοινό αγώνα. Αγώνας προς πού;;; Οι φίλοι του αδερφού μου, τοποθετημένοι ως επί το πλείστον προς τα αριστερά, μαζί με μια μεγάλη μερίδα κόσμου, και με άπασα τα ΜΜΕ (πλην ισως του ΣΚΑΪ), είναι επιφυλακτικοί και καχύποπτοι. Σου λέει "ποιος κρύβεται από πίσω;; ποιος τα ορχηστρώνει όλα αυτά;; γιατί βγάζουν απ'έξω τα κομματικά πανώ;; γιατί δε θέλουν τα συνδικάτα;; μπας και είναι ο στρατός;; πολλές σημαίες βλέπω, μην είν' τίποτις εθνοσωτήρες πατριώτες;;;;". Και άλλα τέτοια συνωμοτικά. Ο Ριζοσπάστης για παράδειγμα, τρεις μέρες δεν αφιέρωσε ούτε γραμμή στα εξώφυλλά του. Μιλούσε για παλλαϊκά συλλαλητήρια που ΘΑ γινόντουσαν Σάββατο, με πρωτεργάτες τους ΠΑΣΕΚΙ, ΟΛΕΜΕ, ΟΚΥ και άλλα τέτοια γελοία αρκτικόλεξα, αποδεινύοντας για ακόμα μια φορά πόσο μακρυά είναι από την πραγματικότητα.
Επανέρχομαι πάντως στο θέμα των επιλογών. Όλοι αυτοί (εμείς) που μαζεύονται στις πλατείες είναι το ίδιο το σύμπτωμα, δεν μπορεί να είναι η λύση, η θεραπεία. Για χρόνια, δεκαετίες, στους κύκλους συζητήσεων μου με φίλους, μιλούσαμε για αυτή τη φοβερή κοινωνική παθογένεια της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Το νεοπλουτισμό και την επιδειξιομανία, που παρουσίαζαν ως και ο περιπτεράς της γειτονιάς. Το καγιέν που είχε και μοστράριζε το κάθε τσόλι. Ο καταχρεωμένος υδραυλικός που είχε δέκα πιστωτικές κάρτες. Η (τζάμπα) φιγούρα του κάθε προέδρου και διευθυντή, ιδρυμάτων επιχορηγούμενων από το κράτος με έργο...το τίποτα. Η αμορφωσιά δασκάλων και καθηγητών, η κομματικοποίηση Πανεπιστημίων, η απάθεια όλων των συμμετεχόντων μπροστά στην κατρακύλα του συστήματος Παιδείας και Μόρφωσης (κακά τα ψέμματα, από την απαιδευσιά μας την πάθαμε, από την επανεκπαίδευσή μας θα σωθούμε, εάν σωθούμε τελικώς). Την τεμπελιά νέων και μεσηλίκων, που οι μεν πρώτοι την άραζαν στα καφέ, με ένα φραπέ κι ένα τάβλι στο οχτάωρο και τους δε να βγαίνουν στη σύνταξη από τα 50, για να τα βγάζουν "μαύρα" μετά. Οι νέοι αγρότες που έβαζαν τους Αλβανούς να μαζεύουν σοδειές και μετά να τους βρίζουν κι από πάνω, οι δε πατεράδες τους να κυκλοφορούν με τα λεφτά των επιχορηγήσεων με την καίνούρια Κάμπριο, ώστε να πάνε να απειλήσουν τον τοπικό βουλευτή με περισσότερο ύφος. Ο άκρατος ανταγωνισμός στα ασήμαντα. Η έξαλλη σπατάλη και ο υπερκαταναλωτισμός και η παραγνώριση του γνωστού κι αλάνθαστου "απλώνεις τα πόδια σου μέχρι εκεί που φτάνει το σεντόνι σου". Η πίεση σε βουλευτές και βολευτές να "τακτοποιήσουμε το παιδί" στον ΟΤΕ, στη ΔΕΗ, στον ΟΠΑΠ, στον ΟΣΕ, να κάάάάάθονται, να παίρνουν παχυλά μισθά, αφάνταστα εφάπαξ και συντάξεις και τώρα να κλαίγονται.
Όλα αυτά τα βλέπαμε, τα κοροϊδεύαμε. Τώρα που έσκασαν στο κεφάλι μας, τα ρίχνουμε στο σύστημα, στο παγκόσμιο πολιτικό κενό, στην ανυπαρξία αλληλεγγύης (;;!!) από τους Ευρωπαίους εταίρους, στο ΓΑΠ, στην κυβέρνηση. Πάντα η μούτζα αλλού ήταν ευκολότερη από την αυτομούντζωση. Βρίσκεις και δικαιολογίες, δεν μας τα είπαν έτσι, μας ξεγέλασαν. Πριν όμως από την εθνική πτώχευση, προηγήθηκε ο τεράστιος αριθμός των νοικοκυριών που είχαν υπερχρεωθεί, λόγω πιστωτικών, λόγων καταναλωτικών δανείων, με τις ευλογίες βέβαια τραπεζών και ΜΜΕ. Πάθαμε αμνησία ή ξεχάσαμε ότι μεγάλοι και τρανοί ηθοποιοί έβγαιναν και μας προέτρεπαν να πάρουμε δάνειο, χρήματα στο λεπτό, (άκου χρήματα στο λεπτό-τραπεζίτης κι αεριτζής γίνεται;;;), άμεση υπερανάληψη. Και μεις τα παίρναμε! Και αυτό το έλεγαν ανάπτυξη.
Τώρα που το πολιτικό σύστημα, οι άνθρωποι που εμείς (αυτοί) επέλεξαν, φάνηκαν κατώτεροι των προσδοκιών μας, θέλουμε να τους διώξουμε. Συμφωνώ, να φύγουν. Και μετά;;;;;;;; Ποιες είναι οι προσωπικότητες που θα έχουν εκείνη την απήχηση, εκείνη την αίγλη, εκείνη την υπευθυνότητα, όχι απλώς να προτείνουν λύσεις, αλλά και να μας πείσουν ότι πρέπει να τις εφαρμόσουμε;;;;;;;
Εδώ ένα κόκκινο φανάρι και δεν το σεβόμαστε.....Πόσω μάλλον να υπακούσουμε στις επιταγές άσχημων, επώδυνων μέτρων. Και ποιος από αυτούς (εμάς) που διαμαρτυρόμαστε διαφωνεί ότι αρκετά από αυτά που αναγράφονται στο Μνημόνιο (περιορισμός κρατικής σπατάλης, απολύσεις στο Δημόσιο) δεν έχουν σωστή βάση και τα λέμε κι εμείς μεταξύ μας;; Ποιος όμως εμπιστεύεται όχι τον άλλον, τον ξένο, τον υπουργό, τον ίδιο του τον εαυτό, ότι όταν θα έρθει η ώρα π.χ. να διαλέξεις ποιον θα απολύσεις από το γραφείο, τον τεμπελχανά ξάδερφό σου, που οι μανάδες σας μένουν δίπλα-δίπλα στο χωριό και που ψιλοκλέβει κιόλας από το ταμείο, αλλά τον αγαπάς γιατί είναι σόι Ή την εργατική 
υπάλληλο, που χώρια που δε σου κάθησε, βγάζει και γλώσσα και σου προτείνει και ιδέες για την αύξηση της παραγωγής, εσύ θα ΚΑΝΕΙΣ ΤΟ ΣΩΣΤΟ;;;;;

Το αίσθημα που έχω εγώ δεν είναι αγανάκτηση. Είναι αηδία, είναι η αναγούλα πριν τον εμετό, που είναι και μια φυσική πράξη στο κάτω-κάτω. Αποβάλλεις τα εχθρικά, τα ξένα προς τον οργανισμό σου (και τη χώρα σου). Αρχικά μπορεί να νοιώθεις λίγο άδειος, λίγο με μια ξινίλα στο στόμα, αλλά σίγουρα μετά είσαι ανακουφισμένος, καθαρός εσωτερικά. Για από μέσα θα δρομολογηθούν οι αλλαγές. Από μέσα-μέσα, για αυτό και κανονικά αργούν οι διαδικασίες, επειδή η απόσταση μέσα-έξω είναι μεγάλη, όσο το μήκος του οισοφάγου. Όταν θα αφήνεις προτεραιότητα στο διπλανό σου να περάσει αυτός πρώτος στη διασταύρωση, όταν θα πας να μαζέψεις του άλλου το σκουπίδι, όταν θα μιλας στο παιδί σου ότι δεν μπορεί να΄χει το PSP, όταν θα καθήσεις δύο ώρες παραπάνω στο μαγαζί του αφεντικού σαν να ήταν δικό σου (χωρίς να περιμένεις υπερωρία), όταν θα αποσύρεσαι μόνος σου
από την προαγωγή γιατί αναγνωρίζεις ότι ο συνάδελφος σου είναι όντως ανώτερος από σένα, όταν δε θα βάζεις μέσο για κάθε βλακεία π.χ. μετάθεση στο στρατό ή απαλοιφή προστίμων του ΚΟΚ, τότε ΝΑΙ, τότε θα είμαστε εμείς που θα καθορίζουμε τις τύχες μας και θα μιλάμε για Δημοκρατία ή για Εκκλησία του Δήμου ή για εκ περιτροπής εναλλαγή ηγεσίας από απλούς πολίτες, επαγγελματίες όλων των ειδών, κι όχι από άψητους γραφειοκράτες, τζάκια και παράγκες.


Λέω να σταματήσω εδώ....Φαντάζεσαι να έπρεπε να τα έλεγα όλα αυτά εκεί στον τηλεβόα του Λευκού Πύργου;;;; Ε ρε ντομάτα που θα έπεφτε και γιούχα. Οπότε τα λέω τώρα, εδώ, για να τα διαβάσουν τα παιδιά μου, αργότερα. Και μιας και βρεθήκατε κι εσείς, κάντε κι εσείς
τον κόπο, εάν θέλετε. Εύχομαι να (μην) αγανακτίσετε........................

Υ.Σ. αυτό που δεν μπόρεσαν να κάνουν τα ΜΑΤ, το έκανε μια νεροποντή. Η πλημμύρα της Κυριακής έπνιξε τους αγανακτισμένους Σαλονικιούς (εκτός από λίγους πλην ηρωικούς εναπομείναντες). Οι υπόλοιποι το σκάσαμε σαν τα ποντίκια, όταν άρχισε να βουλιάζει ο Πύργος. Ίσως γι'αυτό είναι αποδοτικότερος ο καταβρεγμός των διαδηλωτών από τα χημικά. Το βήχα και το κλάμα τα αντέχεις (είμαστε κι ευσυγκίνητοι, είμαστε και καπνιστές), αλλά το μουσκίδι σε αφήνει παγερό και αμήχανο, σαν πουλί μες στο νερό, σαν να βρεθείς ξαφνικά μπροστά στον ίδιο το ΓΑΠ και δεν θα μπορείς ούτε μούτζα να του ρίξεις ούτε να το βρίσεις ούτε τίποτα, παρά θα στέκεσαι να τον κοιτάς σα χάνος. Κι εκείνος θα σου γελάσει και θα σου πει, έτσι βρεγμένος που θα είσαι :" Σε νοιώθω, σε αισθάνομαι, είμαι μαζί σου, μαζί θα στεγνώσουμε (σ' )αυτήν τη χώρα"......................

Δευτέρα 23 Μαΐου 2011

ξεχάστηκα πάλι......

Ο Μάϊος μας έφτασε, εμπρός βήμα ταχύ, να τον προϋπαντήσουμε παιδιά με τη βροχή.
Άρχισαν αι εαριναί εργασίαι και πού μυαλό για υπολογιστές και ιστολόγια. Να τα σκαλίσματα, όχι ακόμα δε ζέστανε ο καιρός, να μη βιαστούμε να μεταφυτεύσουμε ντομάτες και αγγούρια, να τα σπανάκια μια-δυο "χεριές", άιντε να ξανασκεπάσουμε τα φράουλα, μην σαπίσουν, ακόμα δεν ωρίμασαν, ήρθαν οι πατατιές θέριεψαν με τις βροχές, πώς θα γίνει να διώξουμε τα μυρμήγκια από τις ροδακινιές, και να οι ψεκασμοί με υγρή κοπριά λεβάντας, να η υγρή κοπριά τσουκνίδας και σαπούνι μασσαλίας με σκορδοκρέμμυδα, ξανακούρεψε τα χόρτα, ξαναάπλωσε τα μπιζέλια, πάλι βρέχει, όχι σταμάτησε, όχι ξανάρχισε, βγάλε τα ντοματίνια από τα σπορεία, τα ραπανάκια γίναν θηρία, καλά που είναι και τα μαρούλια με τη ρόκα και το δυόσμο, σταθερή αξία, ο μαϊντανός γιατί άργησε, μάλλον φταίει το καινούριο χώμα, μύλη σου λέει ο άλλος, κι αυτό το διαολεμένο το κομπόστ ακόμα να ψηθεί, τι σκ...ά θέλει, η αχλαδιά πάλι στέρφα έμεινε, του χρόνου πρέπει να βάλω κανα δυο για επικονίαση, ή να βάλω ένα μικρό μελίσσι, τέλος πάντων θα δω, ωχ πήγε 9 η ώρα, νύχτωσε και οι άλλοι περιμένουν να παίξουμε και μπάλλα, δεν πειράζει καλά που έβαλα τους προβολείς και θα βλέπουμε στα σκοτάδια, ωχ η μέση μου, αύριο πρέπει να πάρω και καύσιμο για το χορτοκοπτικό, 20 προς 1 η αναλογία, βενζίνη με λάδι, ποιος θα μαζέψει αύριο τα ξερά φύλλα ρε μούργοι, πόσες φορές σας είπα να μη σκαλίζετε την τριανταφυλλιά και τη μαδάτε, τέλος πάντων, ώρα για ύπνο, αύριο πάλι.
Τι ωραία η φύσις, σου λέει ο άλλος. Και φαντάσου να 'μασταν και αγρότες, να περιμέναμε να ζήσουμε από τις παραγωγές, εδώ την πλάκα μας κάνουμε και πόσο χρόνο αφιερώνουμε, σκέψου...
Το λοιπόν η φύση άλλες φορές στα δίνει απλόχερα, άλλες στα φυλάει για να στα αμολήσει στα μούτρα τα χαλάζια και τις πλημμύρες. Και μετά εσύ εξήγα στον οργανισμό αγροτικών αποζημιώσεων, το και το. Δεν είμαστε για αγροτική εργασία, και ιδιαίτερα πολυδιασπαστική. Μία σοδειά φτάνει. Όχι μια "με λίγο απ'όλα". Ερασιτέχνες farmers και μάλιστα υποεκπαιδευόμενοι, με τάση προς την ακαδημαϊκή γεωργία (όταν με βλέπει η γιαγιά που κατεβαίνω στον κήπο με τα βιβλία παραμάσχαλα, ρίχνει κάτι γέλια...), παλεύουμε με την άγνοιά μας, χάνουμε, πέφτουμε, αλλά ξανασηκωνόμαστε, σαπίζουμε αλλά λιπαίνουμε κιόλας, γιατί αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας (!!!!), οπότε ένα μικρό, αλλά κατάδικό σου προϊόν φτάνει για να ξεπλύνει τη νωθρότητα μιας περιόδου, την ραστώνη μιας PC-όπληκτης και Fb-ικής πραγματικότητας.
Καλά κάνω και δε γράφω, προτιμώ να βλέπω τα νύχια μου μαύρα απ'τη χωματίλα και την κοπριά, απ'την αγκύλωση του καρπού με το ποντίκι. Άνοιξη έφτασε, έτσι λέω. Αν και μαζεύονται οι σκέψεις για μελλοντικές αναρτήσεις, πολιτισμού, πολιτικά, ανθρωποφοβικά, εγκληματολογικά, ρατσιστικά, όλο λέω θα τα κάνω αργότερα.
Κι όπως παλιά πήγαινες στο μανάβη να πάρεις χωρίς λεφτά, φεύγοντας, του 'λεγες:
"Γράφ'τα!". Έτσι κι εγώ, λέω μέσα μου, γράφ'τα στο τεφτέρι και ...βλέπουμε. Πού ξες, μπορεί να γίνει καμμιά αναδιάρθρωση των posts, καμμιά συγχώνευση των blogs, να βρεθούμε τίποτις μεταταγμένοι σε καμμιά διαδικτυακή κοινότητα φίλων σουδανέζικου γκουρμέ και μετά θα έχουμε χρόνο να γράφουμε τα απομνημονεύματά μας.
Κάτι έχει να πει, σο λέει, ο μάγκας.
Ίσα ρε λαμόγιο, που θες να πεις και για τη φτιάξη της Άνγκελας ή το σορολόπι του Στρος-Κάνει. Αυτός τουλάχιστον κάνει, δεν είναι λόγια. Άει τράβα να ποτίσεις κανα λελουδάκι, καμμιά μολόχα, φάε και κανα καρότο να βλέπεις στα σκοτο-τόπια τη μάπα σου τη ξεγυρισμένη, καθότι σε περιμένει πολλή πείνα.
Άντε πάλι, ξεχάστηκα. Τι έλεγα;;